"Στη μεγάλη μου αδελφή"
ανέκδοτο διήγημα της Δέσποινας Καϊτατζή-Χουλιούμη
και μια φωτογραφία της Βούλας Παπαϊωάννου
“Που πήγε η αιωνιότητά μας
μετά;
Πώς ξεχάσαμε
το ιερό μυστικό της;”
Πώς ξεχάσαμε
το ιερό μυστικό της;”
Κάριν Μπόγιε
Κάθεται στον υπολογιστή
προσπαθώντας να μαζέψει τη σκέψη της στη μετάφραση που έχει μπροστά της. Γράφει
και διαγράφει. Καταλήγει στη λέξη μίκρυνε. Ολοκληρώνει το στίχο Η μέρα μας
μίκρυνε πολύ. Δεν είναι ευχαριστημένη ωστόσο. Δεν μπορεί να συγκεντρωθεί.
Στο νου της αναπαράγεται σαν ηχώ η ασθενική φωνή της αδελφής της μέσα απ' την
τηλεφωνική γραμμή. Υπάρχω κι εγώ.
Αυτή ήταν η απάντηση στο ερώτημα για το πώς ήταν. Έχει ευαισθησία στις
φωνητικές χορδές και η φωνή της ακούγεται με μια αχνή βραχνάδα. Κάτι σαν
φαρυγγίτιδα, όμως εδώ τα αίτια είναι άλλα. Κλεισμένη στο σπίτι παλεύει τα
θέματα υγείας της με γενναιότητα. Επισκέπτεται ιατρεία, μπαινοβγαίνει σε
διαγνωστικά κέντρα, διανυκτερεύει σε κλινικές. Τη συντροφεύει η αδυναμία και η
σωματική καταπόνηση από την ασθένεια. Όλοι στις δουλειές τους. Ευτυχώς έχει τον
άνδρα της δίπλα της. Η ίδια την επισκέπτεται σπάνια. Θα μπορούσε να της
τηλεφωνούσε τουλάχιστον συχνότερα. Μα και το τηλέφωνο το σηκώνει στη χάση και
στη φέξη. Ξανακάθεται. Πρέπει να πάει να τη δει σκέφτεται. Ψάχνει τα αρχεία
της. Ανοίγει το έγγραφο. Τίτλος Στη
μεγάλη μου αδελφή. Διαβάζει.
Σε
μερικές μέρες η μεγάλη μου αδελφή, η Τούλα μας κλείνει τα εξήντα της. Θα
μαζευτούμε όλη η ευρύτερη οικογένεια να τη γιορτάσουμε. Θα ψάξουμε βιαστικά να
της διαλέξουμε δώρο κάτω από την πίεση της καθημερινότητας. Θα χαρούμε τη
συνεύρεση γύρω απ’ ένα μεγάλο τραπέζι. Τώρα πια αυτό δεν συμβαίνει και τόσο
συχνά. Θα συγκινηθούμε, θα φάμε, μπορεί και να χορέψουμε και να τραγουδήσουμε.
Θα πούμε τα νέα μας. Λόγια αδιάφορα. Θα διαφωνήσουμε συζητώντας την πολιτική
επικαιρότητα. Για τα σημαντικά θα σιωπήσουμε. Θα τα κρύψουμε, θα τα
καταχωνιάσουμε μέσα μας.
Σκέψεις που μου προκάλεσαν θλίψη παρά το
ευχάριστο γεγονός. Γιατί ν' αφήνουμε τα σημαντικά να περνάνε έτσι στο ντούκου;
Γιατί δυσκολευόμαστε να μιλάμε και να μοιραζόμαστε τις ενδόμυχες σκέψεις και τα
βαθύτερα συναισθήματά μας ακόμη και με τους δικούς μας ανθρώπους;
Γιατί θα μείνω στις ευχές και δεν θα
εκφράσω κάτι απ' αυτά που νιώθω στη μεγάλη μου αδελφή; Γιατί δε της έχω πει
ποτέ για το τι σημαίνει για μένα. Για το πόσο μου στάθηκε; Κάποιες στιγμές έστω
που κρατώ χαραγμένες στη μνήμη μου. Αναμφίβολα τα σημαντικά τα εκφράζουμε και
χωρίς λόγια, με την έκφραση του προσώπου, με ένα νεύμα, μ' ένα βλέμμα. Ωστόσο
είναι διαφορετικά όταν διατυπώνονται, όταν ομολογούνται και μοιράζονται και
αυτό γίνεται βέβαια σε ιδιαίτερες στιγμές και όχι δημόσια παρουσία άλλων
προσώπων, ακόμη και μελών της οικογένειας. Όμως το να τα κοινοποιείς παρουσία
άλλων και σε ιδιαίτερες στιγμές όπως είναι οι επέτειοι και οι γιορτές δίνει την
ευκαιρία και στα άλλα μέλη να στρέψουν την προσοχή τους προς τα μέσα, να
μοιραστούν την αναγνώριση και το δώρο που χαρίζεις.
Κοινοτοπίες. Τι κάθομαι και γράφω τώρα
μόνο και μόνο για ν’ αποφύγω αυτά που κατά βάθος έχω μέσα μου και δεν τα είπα
ποτέ στην αγαπημένη μου αδελφή. Να την ευχαριστήσω που υπάρχει στη ζωή μου. Γι'
αυτά που έκανε για μένα από αδελφική έγνοια, από χρέος έστω ή λόγω της
προσωπικότητάς της.
Να, βλέπω τα δυο κοριτσάκια να κάθονται
δίπλα δίπλα. Το μεγαλύτερο απλώνει το χέρι του. Μου δίνει φέτες πορτοκάλι απ’
το μερίδιό του. Ήμουν φαγανό παιδί, είχα φάει γρήγορα τις δικές μου φετούλες κι
αυτό άπλωσε και μου έδωσε φέτες απ’ τις δικές του. Το βλέπω να μου κάνει κούκλα
από κουρελάκια. Τα τυλίγει πάνω σε σκελετό συρμάτινο. Με χτενίζει. Δεν έχω
καμιά τέτοια εικόνα απ' τη μάνα. Αυτά ήταν δουλειές της μεγάλης μου αδελφής. Η
μάνα ήταν για τις χοντρές δουλειές στο σπίτι και στο χωράφι. Τα υπόλοιπα τα
είχε αναθέσει στο υποκατάστατο. Στη μεγάλη.
Κι εκείνο το γράμμα που μου είχε γράψει
μετά το Γυμνάσιο και μ' έβγαλε από τ' αφόρητο αδιέξοδο κι άνοιξε νέους
ορίζοντες καθοριστικούς για τη πορεία της ζωής μου. Ας το 'χω χάσει. Χαράχτηκε
για πάντα μέσα μου. Κι αργότερα όταν επέστρεψα μετά από χρόνια και τη βρήκα
μισή κι ένιωσα το χώμα να φεύγει κάτω από τα πόδια μου με την ιδέα και τον
τρόμο της ενδεχόμενης απώλειάς της. Μου ήταν αδιανόητο και τόσο οδυνηρό να το
σκέφτομαι και μόνο. Εκεί διακόπηκε απότομα το υποτιθέμενο σχέδιο ομιλίας.
Στο
γεύμα γενεθλίων για τα εξήντα χρόνια της αδερφής δεν είχε σηκωθεί να μιλήσει.
Σιώπησε. Κι ύστερα σιγά σιγά το γλίστρημα σα χέλι και η απομάκρυνση. Η
απόσταση, η σιωπή.
Σε
μερικούς μήνες η αδελφή της κλείνει τα εβδομήντα και η ομιλία παραμένει ακόμη
ανολοκλήρωτη, χαμένη στον κυκεώνα του αρχείου της. Καθισμένη μπροστά στον
υπολογιστή σκύβει κι αρχίζει να γράφει απερίσπαστη. Τη διαπερνούν ποτάμια
και χείμαρροι. Γράφει, γράφει ασταμάτητα. Ολοκληρώνει την ετεροχρονισμένη
ομιλία. Στο υστερόγραφο βάζει τις δυο ημερομηνίες. Ανοίγει τον εκτυπωτή.
Εκτυπώνει το έγγραφο. Το υπογράφει και το εσωκλείει σε φάκελο. Ντύνεται
βιαστικά και βγαίνει. Περνά από τον μανάβη αγοράζει ένα μοναδικό πορτοκάλι, μετά παίρνει τον δρόμο
για το σπίτι της αδερφής της.
*Κάριν Μπόγιε, Για χάρη του δέντρου, 1935
Της Δέσποινας Καϊτατζή-Χουλιούμη*
από ανέκδοτη
συλλογή διηγημάτων.
*Η Δέσποινα Καϊτατζή Χουλιούμη κλινικός
ψυχολόγος –ψυχοθεραπεύτρια, (MSc) της Σχολής Εφαρμοσμένης Ψυχολογίας του
Πανεπιστημίου Ουψάλα Σουηδίας, όπου έζησε και εργάστηκε στην Ανοιχτή Μονάδα της
Ψυχιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Ουψάλα, είναι μέλος της Εταιρίας η
Συντροφιά της Karin Boye (Karin Boye Sällskapet) και μέλος της Εταιρίας
Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης (ΕΛΘ). Το
«Λιγοστεύουν οι λέξεις», 2017, εκδ. Μελάνι είναι το τέταρτο ποιητικό της
βιβλίο. Έχει εκδώσει επίσης τις ποιητικές συλλογές “Διαδρομές” 2015, εκδ.
Γαβριηλίδης, “Συναισθηματικό αλφαβητάρι”, 2009, εκδ. UNIVERSITY STUDIO PRESS , “Ο Δρόμος”, 2006, εκδ. Δήμου Σερρών. Ποιήματά της
δημοσιεύτηκαν σε έντυπα και ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά και περιέχονται
σε ποιητικές ανθολογίες, όπως και μεταφράσεις της από τα σουηδικά. Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα ιταλικά, αγγλικά, γερμανικά και βουλγαρικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου