«Τα παιδιά της γαλαρίας»
του Μάνου Χατζιδάκι
(δημοσιευμένο στο 3ο
τεύχος του περιοδικού «Το Τέταρτο», τον Ιούλιο του 1985*)
«Τα παιδιά της γαλαρίας»
είναι μια φημισμένη ταινία του Καρνέ. Τα δικά μας παιδιά της γαλαρίας είναι
κάπως διαφορετικά. Εκείνα της ταινίας υπήρξαν θεατές από ψηλά, από την πιο
φτηνή θέση, «εγκλημάτων» που διαδραματιζόταν στη σκηνή του θεάτρου. Τα δικά μας
υπήρξαν και αυτά θεατές από ψηλά κι από την πιο ασήμαντη και φτηνή θέση,
εγκλημάτων που διαδραματίζονταν στην ελληνική γη, ανίκανα να ορίζουν και ν’
αλλάζουν τη μοίρα των όσων έγιναν και γίνονται στον τόπο.
Τα όνειρα σε τούτα τα παιδιά υπήρξαν κυρίαρχα, σημαντικά και
διαψευσμένα. Στον καιρό της Κατοχής τα μετέπειτα παιδιά της γαλαρίας ζούσαν
απάνω στη σκηνή και παίζανε το ρόλο τους, τον όποιο ρόλο τους, έστω και τον πιο
μικρό, με αυταπάρνηση, με το αίμα τους, με τη ζωή τους, χωρίς καιροσκοπισμό και
ιδιοτέλεια, χωρίς προοπτική ανταλλάγματος. Μ’ ένα μονάχα στόχο, την επαλήθευση
ενός επίμονου ονείρου. Και ήταν το όνειρο για μια ελεύθερη ζωή σχηματισμένη
μακριά από απάνθρωπους νόμους, από ανάλγητους κρατικούς μηχανισμούς, από
εξορίες και φυλακές και εκτελέσεις. Τίποτα δεν έγινε αλήθεια. Μετά τον πόλεμο
κυβέρνησαν τον τόπο ξανά φθαρμένοι άνθρωποι, ανίκανοι να συλλάβουν έστω και στο
ελάχιστο απ’ ό,τι γεννιόνταν κείνο τον καιρό κι αναρριγούσε ολόκληρο τον κόσμο.
Εάν μας λέγαν τότε μερικά από τα ονόματα που κυβερνήσανε κατόπιν ότι θα
ξανάβγαιναν στην πολιτική σκηνή να διαφεντέψουνε τη χώρα μας, θα γελούσαμε
δίχως τελειωμό με την καρδιά μας. Γιατί πιστέψαμε βαθιά μέσα μας πως όλα αυτά
τα ονόματα ήσαν φαντάσματα του παρελθόντος, απόντα στα δύσκολα χρόνια που
περνούσαμε, για πάντα απόντα από τον τόπο.
Κι όμως συνέβη αυτό. Ξανάρθανε τα φαντάσματα κι αρχίσαν να
πλαστογραφούν γι’ άλλη μια φορά την ελληνική ιστορία. Και τα παιδιά που
πολεμήσανε κι ονειρευτήκανε, γίναν παιδιά της γαλαρίας, όσα δεν διώχτηκαν και
δεν εξαφανίστηκαν στις φυλακές και στα ξερά νησιά του Αιγαίου.
…
»Τα παιδιά της γαλαρίας δεν ήσαν φαύλα, δεν ήσαν χίτες, δεν
ήσαν ανώμαλοι με τον φασισμό στο ’να πλευρό τους. Δεν συμβιβάστηκαν με τους
νικητές Γερμανούς, δεν υπήρξαν «πατριώτες» με το περιεχόμενο του χωροφύλακα και
του μπράβου.
Είχαν τη σκέψη όργανο, τα μάτια υγρά κι ακούραστα να
βλέπουνε τον κόσμο και την ψυχή παρθενική και απροσάρμοστη στη μεταπολεμική
ελληνική αθλιότητα.
Τα Δεκεμβριανά δεν ήταν αντίδραση κομμουνιστών – όπως το
πλαστογράφησαν οι ίδιοι κι όπως το απέδωσε η επίσημη ιστορία των φαντασμάτων.
Ήταν η αγανάκτηση των παιδιών της γαλαρίας που βλέπαν τους συντρόφους τους και
τα όνειρά τους στα φέρετρα, από σφαίρες που ρίξαν δωσίλογοι και φασίστες,
φορώντας γαλάζιους μανδύες εθνικοφροσύνης. Και όλα αυτά τα ελληνικά αποβράσματα
με την επίσημη υποστήριξη του νεαρού τότε κράτους, είχανε ένα εχθρό: την ψυχή
των παιδιών της γαλαρίας. Εκατομμύρια ελληνικά παιδιά που πιστέψαν στην
απελευθέρωση, αλλά βρέθηκαν ευθύς αμέσως απέναντι στον ίδιο χωροφύλακα, στο
ίδιο δικαστή, στα ίδια ανάλγητα αρμόδια πρόσωπα που αντιμετώπιζαν πριν λίγα
κιόλας χρόνο, όταν ακόμη υπήρχαν Γερμανοί. Και θέλησαν, πριν αποκλειστούν στη
γαλαρία τους, να διαμαρτυρηθούν κραυγάζοντας για τελευταία φορά. Κι ύστερα να
σωπάσουν – σαράντα χρόνια τώρα (σαράντα χρόνια τα περιέχω μέσα μου και τα
δουλεύω για να τα πω κάποια φορά).
Όχι, η εθνική αντίσταση δεν ήταν έργο των κομουνιστών ούτε
των εξ Αιγύπτου εθνικοφρόνων. Ανάμεσα στους δυο αυτούς μοιραίους πόλους
βρίσκεται μια Ελλάδα που ονειρεύεται και άπειρες φορές προδομένη τραυματίζεται
θανάσιμα. Και τότες ξεσπά – δεν έχει σημασία κάτω από ποια σημαία. Και είτε
νικά είτε νικιέται εκφράζει απελπισία κι αγανάκτηση.
Τα παιδιά της γαλαρίας σήμερα έχουνε άσπρα μαλλιά. Όσα
απόμειναν ξέχασαν τα όνειρά τους, έχουν συμβιβαστεί οριστικά με ό,τι ορίζει τη
μοίρα τους, έξω απ’ αυτούς. Μονάχα μερικοί, μέσα σ’ αυτούς κι εγώ, με πείσμα κι
επιμονή θυμούνται και εννοούν να θυμίζουν. Κι όσο βαστάξει αυτό το παιχνίδι… ».
(Μάνος Χατζιδάκις, περιοδικό "Το Τέταρτο", τεύχος
3, Ιούλιος 1985, editorial)
* Το κείμενο, με τον τίτλο "τα παιδιά της
γαλαρίας", που δημοσίευσε ο Μάνος Χατζιδάκις στο 3ο τεύχος του περιοδικού
«Το Τέταρτο», τον Ιούλιο του 1985. Πολλά χρόνια πριν, θα μου πείτε, για να έχει
την ελάχιστη επικαιρότητα. Εξαρτάται, φυσικά, ποιο περιεχόμενο δίνει ο καθένας
στην έννοια του «επίκαιρου». Η Ελλάδα, ωστόσο, πορεύεται χωρίς πυξίδα και
κάποιο κομμάτι της κακοδαιμονίας της ίσως έχει τις ρίζες του σ’ αυτά τα μακρινά
που μνημονεύει εδώ ο εύστοχος (για μια ακόμη φορά) Μάνος Χατζιδάκις.
(η φωτογραφία είναι του Δημήτρη Χαρισιάδη, "Παιδόπολη", 1948)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου