Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2018

"Ο Βιωμένος Χρόνος - μικρές ιστορίες" Μια συζήτηση για ένα βιβλίο -μια διαφορετική πρόταση για παρουσίαση (φωτογραφίες και video από την εκδήλωση)






Μια συζήτηση για ένα βιβλίο -μια διαφορετική πρόταση για παρουσίαση
(φωτογραφίες και video από την εκδήλωση)

Στη Δημοτική Βιβλιοθήκη της Αγίας Παρασκευής - Μουσείο Αλέκου Κοντόπουλου, στις 22 Οκτωβρίου 2018.  Με τον Γιώργο Δουατζή (δημοσιογράφο, ποιητή και συγγραφέα) και τον Γιώργο  Ρούσκα  (ποιητή και κριτικό λογοτεχνίας) για το βιβλίο μου "Ο Βιωμένος χρόνος - μικρές ιστορίες" (εκδόσεις ΑΩ). 
(οι φωτογραφίες από τη Δήμητρα Καραχάλιου και τη Βάνα   Κοζόκου)




































Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2018

Για την Ποίηση συνομιλίες του Σωτήρη Κακίση με τον Γιάννη Βαρβέρη τον Γιώργο Μαρκόπουλο και τον Γιώργο Χρονά (από τις εκδόσεις Ερατώ)



Για την Ποίηση

συνομιλίες του Σωτήρη Κακίση

με τον Γιάννη Βαρβέρη

 τον Γιώργο Μαρκόπουλο

και τον Γιώργο Χρονά

(από τις εκδόσεις Ερατώ)




Σε ένα βιβλίο δύο όψεων, κατά την προσφιλή ενίοτε συνήθεια του Σωτήρη Κακίση, σταχυολογούνται από το αρχείο του συνομιλίες με τους ποιητές Γιάννη Βαρβέρη, Γιώργο Μαρκόπουλο και Γιώργο Χρονά με θέμα την Ποίηση (η μία όψη) καθώς και μια επιπλέον συνομιλία με τον Γιάννη Βαρβέρη με τον τίτλο «Δεν συμφωνώ!» (η άλλη όψη). Μοναδικός ο τρόπος του Σωτήρη Κακίση (γνωρίζει πώς να θέτει ερωτήσεις αλλά και πώς να προωθεί τη συζήτηση σε ολοένα και πιο προσωπικές καταθέσεις).  Όταν μάλιστα, όπως εδώ, η συνομιλία αφορά την ποίηση -κοινός τόπος και για τους τέσσερις-  το όλον γίνεται ακόμη πιο ενδιαφέρον.

Απόσπασμα από τη συνομιλία με τον Γιάννη Βαρβέρη:
Σ.Κ. :Τι πρέπει να κάνει ένας άνθρωπος πια, για να μπορέσει να λυτρωθεί, έστω και λίγο, γράφει — δεν γράφει ποιήματα; 

Ο Σωτήρης Κακίσης με τον Γιάννη Βαρβέρη
Γ.Β. :Πραγματικά δεν το περίμενα αυτό το ερώτημα. Δεν είμαι έτοιμος να προτείνω λύσεις στους άλλους ανθρώπους. Φαντάζομαι πάλι, εκείνο που έλεγε από παλιά ο Μιχάλης ο Κατσαρός: «Αντισταθείτε, αντισταθείτε, σ’ εμένα ακόμα που σας ιστορώ, αντισταθείτε» ή και το άλλο πάλι, το δικό του: «Πάρτε μαζί σας νερό, το μέλλον μας έχει πολύ ξηρασία», είναι ιδιαίτερα επίκαιροι στίχοι σήμερα.

Σ.Κ. :Μια και το μέλλον είναι πια εδώ.
Γ.Β. :Τώρα, ο καθένας τι νερό θα βάλει μέσα στο παγούρι του, εκείνος το ξέρει. Το σίγουρο είναι όμως πως όλοι πρέπει να προετοιμαστούμε για μια έντονη και εντατική, και πείσμονα ξηρασία. Εκτός κι αν αυτή την ξηρασία που τώρα λέμε, υπάρχουν άνθρωποι που τη βιώνουν ως φυσική, ως φυσιολογικότατη κατάσταση.

Απόσπασμα από τη συνομιλία με τον Γιώργο Μαρκόπουλο:
Σ.Κ. :[…] Πώς αντέχει κανείς;
Γ.Μ. : Όπως σας είπα ακριβώς: αποσυρόμενος. Εγώ, κάθε μέρα αποσύρομαι όλο και περισσότερο. Με πολλή μεγάλη πίκρα, βέβαια, το κάνω αυτό, πλην όμως, όπως είναι σήμερα τα πράγματα, δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Αποσύρομαι, λοιπόν, κι εγώ, χτίζω κι εγώ τον δικό μου κόσμο, με τους δικούς μου ανθρώπους, με τη δική του φαντασμαγορία, με τις δικές του προοπτικές λύτρωσης ψυχής.

 
Σε συνύπαρξη από τα Ανώγεια, 1979:
 Γιώργος Χρονάς, 
Γιώργος Μαρκόπουλος, Σωτήρης Κακίσης

Απόσπασμα από τη συνομιλία με τον Γιώργο Χρονά
(ο λόγος εδώ για το περιοδικό και τις εκδόσεις «Οδός Πανός»)
Σ.Κ. : […] το «εργοτάξιο» των «εξαιρετικών» σας «αισθημάτων» έχει πολλή δουλειά ακόμα.
Γ.Χ. : Εγώ μαζεύω τα κομμάτια του κόσμου, τα βάζω μαζί με το δικό μου σκόρπισμα, και προσπαθώ να ανασυνθέσω αυτό που έχει σπάσει μέσα μας κι έξω. Δεν ξέρω αν αυτά τα κομμάτια ανήκουν σε κάποιο άγαλμα που έπεσε ή σε κανένα ναό που γκρεμίστηκε, σε ανθρώπους που διαμελίστηκαν από τις ανάγκες και τις αντιξοότητες της ζωής τους. Το μόνο που ξέρω είναι αυτό που είχε πει παλιά ο Χριστιανόπουλος: «Ο κόσμος υποφέρει και πονά, κι εσείς τα ίδια παραμύθια».



(επιμέλεια: Διώνη Δημητριάδου)






Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2018

Δύο ποιήματα της Έντιθ Σεντεργκραν μετάφραση: Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη μαζί με δύο πίνακες του Hans Andersen Brendekilde




Δύο ποιήματα 
της Έντιθ Σεντεργκραν 

 μετάφραση: Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη
μαζί με δύο πίνακες του Hans Andersen Brendekilde






Μια επιθυμία

Από όλο τον ηλιόλουστο κόσμο μας

επιθυμώ μόνο έναν καναπέ κήπου

όπου μια γάτα λιάζεται...

Εκεί θα ήθελα να κάτσω

με ένα γράμμα στο στήθος,

ένα μοναδικό μικρό γράμμα.

Έτσι φαντάζει το όνειρό μου...

Του Φθινοπώρου οι μέρες



***



Του Φθινοπώρου οι μέρες είναι διαφανείς

βαμμένες στη βάση κίτρινου του δάσους...

Του φθινοπώρου οι μέρες χαμογελούν σ' όλο τον κόσμο.

Είναι υπέροχο δίχως επιθυμία να σε παίρνει ο ύπνος,

χορτάτη από τ' άνθη και κουρασμένη από την πρασινάδα,

με κρασιού στεφάνι κόκκινο στο προσκεφάλι...

Του Φθινοπώρου η μέρα πλέον άλλη επιθυμία δεν έχει, 

τα δάχτυλά της είναι αμετάκλητα κρύα,

παντού στα όνειρά της βλέπει,

πώς πέφτουν ασταμάτητα λευκές νιφάδες...



Έντιθ Σέντεργκραν, Ποιήματα, 1916

Μετάφραση: Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη



En önskan

Av hela vår soliga värld
önskar jag blott en trädgårdssoffa
där en katt solar sig...
Där skulle jag sitta
med ett brev i barmen,
ett enda litet brev.
Så ser min dröm ut...

***

Höstens dagar

Höstens dagar äro genomskinliga

och målade på skogens gyllne grund...

Höstens dagar le åt hela världen.

Det är så skönt att somna utan önskan,

mätt på blommorna och trött på grönskan,

med vinets röda krans vid huvudgärden...

Höstens dag har ingen längtan mer,

dess fingrar äro obevekligt kalla,

i sina drömmar överallt den ser,

hur vita flingor oupphörligt falla...



Edith Södergran, Dikter, 1916

Översättning Despoina Kaitatzi-Choulioumi



ΕΝΤΙΘ ΣΕΝΤΕΡΓΚΡΑΝ (1892 – 1923)


Η Έντιθ Ειρένε Σέντεργκραν, Φιλανδο-σουηδή ποιήτρια γεννήθηκε στην Αγία Πετρούπολη στις 4.4.1892 και πέθανε στις 24.6.1923 στη Ραϊβόλα της Φιλνδίας. Πατέρας ήταν της ο Ματίας Σέντεργκραν και μητέρα της η Χελένα Χέλμρους. Πήρε γερμανική εκπαίδευση στην Αγία Πετρούπολη και έζησε σε πολυπολιτισμικό και πολύγλωσσο περιβάλλον. Πέθανε από φυματίωση όπως και ο πατέρας της. Η Έντιθ Σέντεργκραν ήταν η πρώτη Σκανδιναβή μοντερνίστρια. Κατά την εποχή της ιδέες και σκέψεις για την ανανέωση όλων των αξιών για ένα ισχυρό και δημιουργικό άτομο ενώθηκαν στο πνεύμα της χειραφετημένης «μοντέρνας γυναίκας». Με το καινοτόμο, οραματικό και ριζοσπαστικό έργο της εισήγαγε στην σκανδιναβική ποίηση τα ευρωπαϊκά ρεύματα, όπως τον συμβολισμό, τον εξπρεσιονισμό και τη ρωσική πρωτοπορία. Το καινοτόμο και ανατρεπτικό έργο της που μεταφράστηκε σε πάρα πολλές γλώσσες αποτελείται από τις ακόλουθες ποιητικές συλλογές: «Ποιήματα» (1916) από την οποία και τα οκτώ ποιήματα σ’ αυτό το βιβλίο. «Η λύρα του Σεπτέμβρη» (1918), «Ανάκατες παρατηρήσεις» (αφορισμοί) (1919), «Ο βωμός του ρόδου», 1919, «Του μέλλοντος σκιά» (1920) και μετά θάνατον «Η χώρα που δεν είναι» [Εναπομείναντα ποιήματα] (1925). 



Η Καϊτατζή Χουλιούμη Δέσποινα είναι κλινικός ψυχολόγος (Msc) της Σχολής  Εφαρμοσμένης Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου  Ουψάλα. Είναι μέλος της Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης (ΕΛΘ) και μέλος της Εταιρίας η Συντροφιά της Karin Boye ( Karin Boye Sällskapet). Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές: Λιγοστεύουν οι λέξεις, 2017, Εκδόσεις Μελάνι, Διαδρομές, 2015, Εκδόσεις Γαβριηλίδης, Συναισθηματικό αλφαβητάρι, 2009,  Εκδόσεις UNIVERSITY STUDIO PRESS, Ο Δρόμος, 2006, Εκδώσεις Δήμου Σερρών, καθώς και το δίγλωσσο βιβλίο σουηδικής ποίησης σε δική της μετάφραση Δέρμα από Πεταλούδες-Επιλογές Σουηδικής Ποίησης, 2018, εκδόσεις intellectum. Ποιήματα, μεταφράσεις, διηγήματα και κριτικές αναγνώσεις της, έχουν δημοσιευτεί στο ΘΕΥΘ, Νέα Εποχή, http://www.poiein.gr, http://staxtes.com/ http://www.intellectum.org,  http://frear.gr/, http://fractalart.gr/,  http://staxtes.com/, https://tokoskino.me,  άλλες λογοτεχνικές σελίδες, περιοδικά και ποιητικές ανθολογίες, όπως και μεταφρασμένα ποιήματά της στα αγγλικά, ιταλικά, γερμανικά και βουλγαρικά.




Η υπηρεσία κήπων και λιμνών Didier Decoin μυθιστόρημα μετάφραση: Ιφιγένεια Μποτουροπούλου εκδόσεις Στερέωμα η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.grhttps://diastixo.gr/kritikes/xenipezografia/10617-ipiresia-kipon


Η υπηρεσία κήπων και λιμνών

Didier Decoin

μυθιστόρημα

μετάφραση: Ιφιγένεια Μποτουροπούλου

εκδόσεις Στερέωμα
η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.grhttps://diastixo.gr/kritikes/xenipezografia/10617-ipiresia-kipon




η μυθοπλασία των αισθήσεων

Η ορθή στάση της και το τελείως οριζόντιο κοντάρι στους ώμους της τής έδινε την όψη σταυρωμένης. Ή δέντρου τον χειμώνα, δέντρου λιγνού που άπλωνε τα κλαδιά του στον χλωμό ήλιο. Ή πουλιού της θάλασσας που στέγνωνε τις ακόμη υγρές φτερούγες του από τα νυχτερινά ψαρέματα.

Η εικόνα της γυναίκας, έτσι όπως μας τη δίνει ο Decoin με τις διαφορετικές εκδοχές της εντύπωσης που προκαλεί η εμφάνισή της, συνοψίζει αισθητικά τη θαυμαστή αυτή ιστορία που μας αφηγείται. Γιατί η ιστορία αφορά την τόσο ξεχωριστή φιγούρα της Μιγιούκι, που στην Αυτοκρατορική περίοδο της Ιαπωνίας (δυναστεία Χέιαν, 12ος αιώνας) θα επιχειρήσει το ακατόρθωτο. Φορτωμένη με τα ειδικά κατασκευασμένα κοφίνια περασμένα σε οριζόντιο δοκάρι που κόβει τους λιγνούς ώμους της, θα επιχειρήσει να διανύσει μια τεράστια (σε κινδύνους και έκταση) περιοχή, ώσπου να φτάσει στην Υπηρεσία Κήπων και Λιμνών του Αυτοκράτορα στις λίμνες των ιερών ναών του Χεϊανκιό για να παραδώσει τους τελευταίους κυπρίνους που έπιασε ο Κατσούρο, ο επιφορτισμένος με αυτό το τιμητικό καθήκον σύζυγός της, που πια δεν είναι στη ζωή. Στο ταξίδι της έχει να αντιμετωπίσει καταιγίδες και σεισμούς, επιθέσεις από συμμορίες, τέρατα που απειλούν να την καταπιούν· μέσα της η έγνοια για την ασφαλή μεταφορά των αυτοκρατορικών κυπρίνων, ο φόβος μήπως δεν διατηρηθεί η λαμπερή τους όψη που αντανακλά τον ήλιο, σαν στιλβωμένος ορείχαλκος, ακόμη χειρότερα μήπως χαθούν ολότελα.

Από πού αντλεί η ταπεινή Μιγιούκι τη δύναμη γι’ αυτή τη δυσανάλογη για τις δυνάμεις της αποστολή; Είναι μήπως το κέρδος που θα αποκομίσει στο τέλος του ταξιδιού της και η τιμή για το χωριό της; Είναι η αίσθηση του χρέους που νιώθει μέσα της απέναντι στον αγαπημένο της σύντροφο; Είναι ίσως ο τρόπος της να αντιμετωπίσει το εσωτερικό της πένθος, να βιώσει την απώλεια μέσα από την ταύτισή της με τον εκλιπόντα, ωστόσο διαρκώς στη σκέψη της παρόντα, Κατσούρο; Έχοντας εκτελέσει όλο το τελετουργικό της ταφής και του πένθους που προστάζει το έθος και το ήθος της εποχής, έχει τώρα να αναμετρηθεί με την εσωτερική της ανάγκη να βιώσει την απουσία του συντρόφου. Και αν εμείς στεκόμαστε απέναντι στις συντριπτικές απώλειες με μια δυτική  θεώρηση, που απαιτεί είτε έναν συνομιλητή για να βιωθεί είτε μια απόσυρση σε βίο ιδιωτικό και αποκλεισμένο από τον κοινωνικό περίγυρο, δεν συμβαίνει το ίδιο με τη Μιγιούκι που αντιπροσωπεύει εδώ μια άλλη στάση απέναντι στις δύο συντεταγμένες (ζωή-θάνατος) της ανθρώπινης πορείας στον κόσμο. Εδώ ακριβώς βρίσκεται, για τη δική μου ανάγνωση,  και το ενδιαφέρον: η ιστορία αυτή δεν έχει πίσω της την πένα ενός Ιάπωνα συγγραφέα αλλά τον Γάλλο μυθιστοριογράφο Didier Decoin, που κατορθώνει να μεταφέρει το κλίμα όχι μόνο μιας περασμένης εποχής (Μεσαίωνας στην Ιαπωνία του 12ου αιώνα) αλλά και την κοσμοθεώρηση ενός διαφορετικού πολιτισμού. Καθόλου τυχαίο, φυσικά, το γεγονός πως η συγγραφή χρειάστηκε δώδεκα χρόνια για να ολοκληρωθεί. Μήπως, όμως, έτσι γράφονται τα μικρά αριστουργήματα;


Με μια γραφή-κέντημα ο Decoin (εδώ σε πολύ καλή μετάφραση από την Ιφιγένεια Μποτουροπούλου) δημιουργεί τις απαράμιλλης λεπτουργίας εικόνες του, εικόνες που γυαλίζουν όπως η ράχη των κυπρίνων και αποτελούνται από μικροσκοπικές ψηφίδες ταιριασμένες μεταξύ τους ώστε να αποδώσουν την αύρα του τοπίου και των ανθρώπων. Με την τέχνη του θα μας πάρει μαζί στο μακρύ και γεμάτο εκπλήξεις ταξίδι της ηρωίδας του. Δεν είμαστε πλέον οι αναγνώστες ενός περιπετειώδους αφηγήματος, που ξαφνιάζει με τις ανατροπές του· έχουμε κατά μαγικό τρόπο εισχωρήσει στον χώρο και στον χρόνο της ιστορίας, μέσα στο σώμα της λεπτεπίλεπτης Μιγιούκι, που ενσαρκώνει την καταλυτική γυναικεία παρουσία, ικανή να μεταλλάξει την αγριάδα των ανθρώπων που συναντά σε ευγένεια και καλοσύνη, να ενσταλάξει λίγη από την καρτερία και την υπομονή της μέσα σε ανυπόμονες ψυχές που κυνηγούν το κέρδος, να προκαλέσει πόθο και να εμπνεύσει δημιουργία.
[…] η Αμακούσα Μιγιούκι μυρίζει ζωή, αναδίδει τη ζωή από όλες τις οπές του σώματός της – εννέα οπές αν είναι αλήθεια όσα λέει ο άγιος μοναχός Ναγκαρτζιούνα […] Η γυναίκα εκκρίνει ζωή, τη σταλάζει και την κάνει να βγαίνει από όλους τους πόρους του δέρματός της. […] θα μπορούσε η Αμακούσα Μιγιούκι, που ήρθε από πολύ μακριά, από το πολύ άγνωστο (σε μένα τουλάχιστον) χωριό Σιμάε, να είναι ακριβώς η δεσποινίς ανάμεσα σε δύο ομίχλες που ονειρεύτηκε η Μεγαλειότητά του.

Η εξαιρετική εικόνα του εξωφύλλου (Yuji Moriguchi, Deep water, 2005) με τη γυναίκα που αγκαλιάζει τον τεράστιο κυπρίνο θα μπορούσε να είναι η Μιγιούκι σε μια ερωτική αισθησιακή διάθεση με το σώμα του ψαριού ή με το σώμα του άντρα της. Αυτό ήταν από τη  αρχή το ταξίδι της, γι’ αυτό και η ματαιότητα που αφήνει το τέλος της ιστορίας, όπως τη γράφει ο Decoin, δεν μοιάζει να την αφορά. Στη μακρινή πορεία της ως την εκπλήρωση του στόχου της δεν ήταν ποτέ μόνη. Ο σύντροφός της ζωής της ήταν πάντα εκεί, ως μνήμη της κοινής τους διαδρομής, να τη συμβουλεύει, να την αγκαλιάζει, να την προσέχει· να της θυμίζει την παρουσία του μέσα από τους κυπρίνους που με πολλή φροντίδα μετέφερε, και που ήταν οι τελευταίοι μάρτυρες της παρουσίας του στη ζωή. Νομίζω πως το τέλος της ιστορίας (αληθινό ή φανταστικό άραγε;) δίνει με τον καλύτερο τρόπο την ουσία αυτής της υπέροχης αφήγησης:

Ξάπλωσε πάνω στον κυπρίνο, προστατεύοντάς τον με το σώμα της.
Το κύτος μύριζε βούρκο, βλέννα, φύλλα σε αποσύνθεση, τριμμένα φύκια, μουχλιασμένο ξύλο, υγρή γη, την ίδια απροσδιόριστη, βαριά, λίγο λιπαρή, μυρωδιά του Κατσούρο όταν επέστρεφε από το ποτάμι· και κάτω από το στήθος της Μιγιούκι, η καρδιά του κυπρίνου χτυπούσε με τον ίδιο ήρεμο ρυθμό, πραγματικά μεγαλειώδη, όπως του Κατσούρο μερικά πρωινά, αφού είχα κάνει έρωτα μαζί της -άνοιγε τότε εκείνος την πόρτα του σπιτιού, και η Μιγιούκι έβλεπε να διαγράφεται η σιλουέτα του άνδρα φορτωμένου καλάθια, μπαμπού, φελλούς, και κουβάρια πετονιάς ακόμη τελείως μπερδεμένα, τα οποία έπρεπε να ξεμπλέξει στην όχθη του Κουζαγκάβα- γιατί, την προηγούμενη το βράδυ, αντί να ασχοληθούν με τα σύνεργα της ψαρικής, η Μιγιούκι κι αυτός είχαν κάνει έρωτα, αργά, επί πολλή ώρα.

Διώνη Δημητριάδου

Σκοτεινός Λαβύρινθος Γρηγόρης Αζαριάδης εκδόσεις Μεταίχμιο η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό vakxikon.grhttps://www.vakxikon.gr/lavyrhnthos-azariadhs/


Σκοτεινός Λαβύρινθος

Γρηγόρης Αζαριάδης

εκδόσεις Μεταίχμιο
η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό vakxikon.grhttps://www.vakxikon.gr/lavyrhnthos-azariadhs/




«Δεν είναι το συνηθισμένο φως των πόλεων, είναι το σκληρό φως της ερήμου, το φως που σε τυφλώνει. Δεν μπορείς να δεις τα πράγματα καθαρά, βλέπεις μόνο το περίγραμμά τους, μακρινές σκιές με ακαθόριστο σχήμα. Όταν ανέβω στην επιφάνεια, δεν θα έχω καθόλου χρόνο να σκεφτώ, πρέπει να είμαι προετοιμασμένη να εκτελέσω την αποστολή μου. Κρατάω πύρινη ρομφαία και θα πρέπει να πέσει αμείλικτη στα κεφάλια των ασεβών, να βυθιστεί στο αίμα, που θα τους πνίξει».

Μια ιστορία εκδίκησης; Ίσως ναι. Θα μπορούσε, άλλωστε, να γραφεί ένα ενδιαφέρον μυθιστόρημα πάνω στο πανάρχαιο αυτό μοτίβο της δίκαιης ρομφαίας που επαναφέρει την αρμονία στη διασαλευθείσα τάξη του κόσμου. Και σε ένα αστυνομικό μυθιστόρημα (το είδος που υπηρετεί πιστά ο Γρηγόρης Αζαριάδης εδώ και χρόνια) υπάρχουν πολλές αφορμές για τη διασάλευση της κοσμικής αρμονίας. Αντιλαμβάνομαι πως χρησιμοποιώ εκφράσεις που παραπέμπουν στο αρχαίο δράμα (η αρχή της ύβρεως στον τραγικό λόγο εδράζεται ακριβώς στην αυθαιρεσία της ανθρώπινης παρέμβασης που ανατρέποντας τις ισορροπίες καταργεί τον «θεϊκό» σχεδιασμό του σύμπαντος), ωστόσο το νέο αυτό μυθιστόρημα του Αζαριάδη μπορεί να διαβαστεί και μέσα από αυτή την οπτική. Όταν ο συγγραφέας με τη νέα του μυθοπλαστική κατάθεση δείχνει την ωριμότητα της γραφής του, όλες οι πιθανές αναγνώσεις είναι ανοικτές. Θεωρώ πως ο Σκοτεινός Λαβύρινθος απέχει ποιοτικά μακράν από κάθε προηγούμενη συγγραφική του εμφάνιση σε πληρότητα θεματική, σε γλωσσική επεξεργασία και σε ενότητα ύφους.
Πρόκειται για ένα δείγμα σκληρής γραφής, έτσι όπως ξεκινά με μια αποτρόπαιη σκηνή πολλαπλής δολοφονίας, που αρχικά φαίνεται παράλογη μέχρι να συνειδητοποιήσεις πως οι πληρωμένοι φονιάδες δεν έχουν καμία συγκινησιακή συμμετοχή (ακόμα κι όταν μέσα στα θύματα έχουμε κι ένα μικρό παιδί) στο έργο της δολοφονίας – άλλωστε το στοιχειώδες θα μας το θυμίσει ο μέντορας του εκτελεστή: «Ποτέ δεν κοιτάζεις τον στόχο στα μάτια».  Από το σημείο αυτό ξεκινά ο λαβύρινθος, στον οποίο θα καταβυθιστεί χωρίς επιλογή υποχώρησης η Σοφία, το μόνο μέλος της οικογένειας που ξεκληρίστηκε με το συμβόλαιο θανάτου.
Μέσα σ’ αυτές τις δαιδαλώδεις διαδρομές πρέπει να πετάξεις όποιο βαρίδι σε καθυστερεί. Πρέπει να απαλλαγείς από το έρμα, να ξεριζώσεις από μέσα σου αυτά τα ανθρώπινα συναισθήματα που μπορεί να σταθούν εμπόδιο στον αγώνα να βγεις στην επιφάνεια. Να μπεις σε μια διαδικασία αποπροσωποποίησης, να γίνεις όσο πιο σκληρή μπορείς, ατσάλι.

Με δεδομένο πως ο Αζαριάδης επιλέγει γυναικεία κεντρική φιγούρα έτσι κι αλλιώς σε όλα του τα βιβλία (η αστυνόμος Τρύπη εξιχνιάζει τις δολοφονίες), μετράει διπλά εδώ η επιλογή της ηρωίδας. Συχνά προκύπτει ο προβληματισμός γύρω από την ευστοχία ή αστοχία στη σκιαγράφηση των θηλυκών ή αρσενικών χαρακτήρων από συγγραφείς του άλλου φύλου. Πόσο βαθιά μπορεί να εισχωρήσει  στο «αλλότριο έδαφος» ο συγγραφέας, όσο ταλαντούχος κι αν είναι; Στη συγκεκριμένη περίπτωση, αν δεν γνωρίζεις ποιος γράφει, εύκολα εκλαμβάνεις ως γυναικεία τη γραφή, με την έννοια της απρόσκοπτης εισχώρησης στον γυναικείο τρόπο σκέψης και αντίδρασης – ας μη νοηθεί εδώ καθόλου ως γυναικείο χαρακτηριστικό η ευαισθησία ή η εύκολα αλώσιμη ιδιοσυγκρασία του γυναικείου φύλου, κάτι που δεν ισχύει άλλωστε παρά μόνο στα παλιομοδίτικά σινερομάντζα, αλλά ο ξεχωριστός τρόπος που η γυναίκα αντιλαμβάνεται τη θέση της στον κόσμο (της αντρικής υπεροχής παλαιόθεν κατά τα στερεότυπα) και παράλληλα οι τρόποι που αυτή επιλέγει προκειμένου να αποδείξει ότι αρκετή σκληρότητα κρύβει και η ίδια μέσα της αναπόφευκτα. Μια τέτοια γυναίκα σκιαγραφείται εδώ.
Η Ηλέκτρα θρηνεί για τον θάνατο του πατέρα της. Απευθύνεται στον χορό, αναρωτιέται τι να ζητήσει. «Έναν δικαστή ή έναν τιμωρό;» Ο χορός, που αποτελείται από χήρες Τρώων, αποφαίνεται τελεσίδικα. «Να τους το πεις απλά. Να τον σκοτώσει σαν εκδικητής». Η Ηλέκτρα ρωτάει «Είναι ευσέβεια αυτό;. Κι ο χορός απαντάει: «Παραείναι. Ανταποδίδεις στον εχθρό σου το κακό που σου έχει κάνει».

Με αυτή τη μνεία της τραγικής ηρωίδας γίνεται ο συνειρμός εύκολος. Είναι δίκαιο να πάρεις την εκδίκηση. Ο χορός που στην τραγωδία ενσαρκώνει και συμβολοποιεί τη λαϊκή βούληση δίνει τη συγκατάθεσή του. Κάτω από αυτό το πρίσμα είναι πολύ ξεχωριστή η ηρωίδα του βιβλίου, που θα αναλάβει από μόνη της να πάρει το αίμα της πίσω, όπως αυτή νομίζει καλύτερα. Και μάλιστα όχι σε σύμπραξη, ίσα ίσα σε αντιπαλότητα, με την άλλη θηλυκή φιγούρα, αυτή της αστυνόμου Τρύπη. Ταυτόχρονα είναι υποσυνείδητα αποδεκτή η απόφασή της να γίνει η ίδια ο τιμωρός του φταίχτη (φυσικού αλλά και ηθικού αυτουργού).
Η ψυχογραφική ικανότητα του συγγραφέα φαίνεται όμως και στην απόδοση των αρσενικών χαρακτήρων, κυρίως στην απρόσμενη ταλάντευση ενός ψυχρού κατά τα φαινόμενα εκτελεστή, όταν συνειδητοποιεί, στο εξαιρετικό από κάθε άποψη κεφάλαιο με τον τίτλο 3 Φλεβάρη 2015 (τα κεφάλαια ακολουθούν την ευθύγραμμη χρονική πορεία της ιστορίας), ότι το παρελθόν ποτέ δεν σε εγκαταλείπει, αντιθέτως το φέρεις μέσα σου και κάθε τόσο βρίσκει την ευκαιρία να αναδυθεί την επιφάνεια της συνείδησης και να ανατρέψει όσα θεωρούσες δεδομένα, για παράδειγμα τη σκληρότητα που απαιτεί η αποτρόπαιη και μακριά από τα ανθρώπινα συναισθήματα δουλειά σου. Πώς μπορείς, όμως, να ξεφύγεις από τη μοίρα, μια μοίρα που σμίλεψες εσύ μεθοδικά τόσα χρόνια;

Ο μεσήλικας γυρίζει στο χαμηλό τραπέζι και γεμίζει πάλι τα ποτήρια.
«Κανείς δεν μπορεί τελικά να ξεφύγει από τη γαμημένη τη μοίρα του» μονολογεί.
Ο ψηλός νιώθει εκείνη την απατηλή αίσθηση της ματαιότητας… Σαν τον ταξιδιώτη που τρέχει με φτερά στα πόδια για να φτάσει στην πλατφόρμα του τρένου τρία μόλις δευτερόλεπτα μετά την αναχώρησή του κι απλά το παρακολουθεί να απομακρύνεται αναπτύσσοντας ταχύτητα, χωρίς να μπορεί να κάνει το παραμικρό. Ψάχνει απεγνωσμένα να εντοπίσει στον τόνο της φωνής του κάτι που να αφήνει ελάχιστες ελπίδες για πιο φωτεινές στιγμές σ’ ένα κοντινό μέλλον. Μάταια.

Ο Αζαριάδης είναι ικανότατος στις περιγραφές προσώπων και τόπων, χαρακτηριστικό που αξίζει να προσμετρηθεί στα πολύ θετικά της γραφής του, καθόσον παρέχει το απαραίτητο πλαίσιο για να στηθούν οι ήρωές του (διαφορετικά θα νιώθαν μετέωροι) αλλά και για να εμφανιστούν μπροστά μας αναγνωστικά περίοπτοι απολύτως, ζωντανοί και αληθινοί. Η αλήθεια είναι πως στις περιγραφές χρησιμοποιεί μερικές εκφράσεις κλισέ – άλλωστε η φραστική επανάληψη είναι πλέον ένα από τα χαρακτηριστικά του γνωρίσματα που θα πρέπει να θεωρηθεί νομίζω θετικό μια που διαμορφώνει το προσωπικό του στυλ, το ύφος του. Μέσα από τις συνήθειες των χαρακτήρων (επιλογές κρασιού ή μουσικής για παράδειγμα) αχνοφαίνεται ίσως το προσωπικό του γούστο και αναγνωρίζεται η φυσιογνωμία του συγγραφέα, ενδιαφέρον στοιχείο από κάθε άποψη.
Στους διαλόγους του κατορθώνει (κάτι που δεν είναι καθόλου αυτονόητο και εύκολο) να προσδώσει στο κάθε πρόσωπο έναν ιδιαίτερο τόνο φωνής, μια προσωπική για το καθένα αίσθηση βίωσης των πραγμάτων· ο κάθε ήρωας είναι μια ξεχωριστή προσωπικότητα και όχι η κρυμμένη ίδια persona με μικρές παραλλαγές στο ύφος και στα χαρακτηριστικά.
Ο Σκοτεινός Λαβύρινθος είναι η αναμενόμενη συνέχεια σε μια συνεπή και υπεύθυνη πορεία του Γρηγόρη Αζαριάδη στο πεδίο της αστυνομικής λογοτεχνίας. Ξεπερνώντας μικρές αδυναμίες που είχαν οι προηγούμενες γραφές του φθάνει τώρα να δώσει ένα μυθιστόρημα εντυπωσιακό, που διαβάζεται φυσικά από τους λάτρεις του είδους αλλά που θα αποτελούσε ευχάριστη έκπληξη και για όποιον ακόμη αδυνατεί να συμπεριλάβει μια αστυνομική ιστορία (εξαίρετη όπως αυτή) στις λογοτεχνικές του αναγνώσεις. Με δυο κουβέντες: ο Αζαριάδης δεν γράφει μόνο αστυνομικές ιστορίες· γράφει λογοτεχνία αξιώσεων, με το σασπένς και τις εναλλαγές στην πλοκή που απαιτεί το είδος της γραφής αλλά και με τις προϋποθέσεις που εντάσσουν ένα έργο στην επιφανή παρέα των καθαρά λογοτεχνικών.
Διώνη Δημητριάδου


Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2018

Γιορτή βραβεύσεων του 4ου Πανελλήνιου Διαγωνισμού Ποίησης




Γιορτή βραβεύσεων 
του 4ου Πανελλήνιου  Διαγωνισμού Ποίησης


Το Γραφείον Ποιήσεως 
συνοδοιπορεί με το Αρχείο Ιστορίας και Τέχνης στην Κοζάνη

Ο Τέταρτος Ποιητικός Διαγωνισμός έχει ολοκληρώσει το διαγωνιστικό του κομμάτι και το Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου, θα δοθούν τα βραβεία και οι διακρίσεις στην αίθουσα εκδηλώσεων της Κοβενταρείου Βιβλιοθήκης Κοζάνης.

Την κριτική επιτροπή του Διαγωνισμού συγκροτούν: 
Αντώνης Δ. Σκιαθάς
Διώνη Δημητριάδου
Βάλια Τσάιτα Τσιλιμένη
Βαγγέλης Τασιόπουλος
Δήμος Χλωπτσιούδης 



3+1 τρεις συν μία αναγνώσεις: Ελένη Γιαννάτου, Κύριος Πηνελόπη-Μπενίτο Πέρεθ Γκαλντός, Νιάου-Ρυουνόσουκε Ακουτάγκαβα, Βίος και πολιτεία ενός ηλίθιου-Κυριακή Καρσαμπά, Σχεδόν γυμνή σαν την αλήθεια


3+1

τρεις συν μία αναγνώσεις

        Ελένη Γιαννάτου, Κύριος Πηνελόπη, εκδόσεις Κίχλη

Μπενίτο Πέρεθ Γκαλντός, Νιάου, μετάφραση-εισαγωγή: Τάσος Ψάρρης, εκδόσεις βακχικόν

Ρυουνόσουκε Ακουτάγκαβα, Βίος και πολιτεία ενός ηλίθιου, μετάφραση-επίμετρο-σημειώσεις: Αγγελική Κορρέ, εκδόσεις Κοβάλτιο

Κυριακή Καρσαμπά, Σχεδόν γυμνή σαν την αλήθεια, εκδόσεις ΑΩ
η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractalhttp://fractalart.gr/treis-syn-mia-anagnoseis/




Ελένη Γιαννάτου

Κύριος Πηνελόπη

 εκδόσεις Κίχλη

Πώς θα ήταν αν επικοινωνούσαμε με στίχους από ποιήματα και τραγούδια, με αποσπάσματα από αγαπημένους συγγραφείς, με μουσικές, με ατάκες από ταινίες, με τίτλους βιβλίων, με ήρωες μυθοπλασίας; Κι αν, σε αγαστή συνωμοσία μεταξύ μας, παραλλάσσαμε γνωστά ονόματα για να δώσουμε τη δική μας πολυσημία των προσώπων; Θα μας ενδιέφερε τότε η σειρά των σκέψεων, η πλοκή μιας και μόνο μιας ιστορίας; Η αληθοφάνεια ίσως; Αν ο αναγνώστης ψάχνει κάτι από αυτές τις συγγραφικές συμβάσεις, δεν θα το βρει στο βιβλίο της Γιαννάτου. Αν όμως


αναζητά το κατ’ ουσίαν (και όχι προς εντυπωσιασμό) πρωτότυπο μια γραφής, τότε αυτό είναι το βιβλίο του. Σπονδυλωτό κείμενο σε οκτώ μέρη χωρισμένο, για τη λογοτεχνία, τη γλώσσα, τη γραφή, την ανάγνωση και άλλα πολλά που συνιστούν τον κόσμο της συνύπαρξης του συγγραφέα με τον αναγνώστη. «Όλες οι ιστορίες είναι παλίμψηστα», θα μας πει η συγγραφέας και θα το αποδείξει σ’ αυτό το πρώτο της βιβλίο. Έχει έτσι τοποθετήσει ψηλά τον προσωπικό της συγγραφικό πήχη. Με ενδιαφέρον αναμένεται η συνέχεια.



Μπενίτο Πέρεθ Γκαλντός

 Νιάου

μετάφραση-εισαγωγή: Τάσος Ψάρρης

 εκδόσεις βακχικόν

Στο μυθιστόρημα-σάτιρα ο σπουδαίος Ισπανός συγγραφέας μέσα από την ιστορία της  οικογένειας του «Νιάου» (δεν πρόκειται μόνο για το παρατσούκλι του αγοριού αλλά αφορά όλη την οικογένεια – είναι χαρακτηριστικός ήχος και όχι όνομα) ανατέμνει την πάσχουσα από υποκρισία και διαφθορά ισπανική


κοινωνία στα τέλη του 19ου αιώνα. Με ρεαλισμό στα όρια του νατουραλισμού, με χιούμορ, με σαρκασμό και αυτοσαρκασμό (πολλά στοιχεία της προσωπικής του ζωής παρεισφρέουν στην ιστορία των ηρώων) αναδεικνύει μια γραφή γεμάτη από δραματουργική δύναμη και ψυχογραφικές αρετές, που συναντάμε μόνο στα έργα των μεγάλων δημιουργών. 


Ρυουνόσουκε Ακουτάγκαβα

 Βίος και πολιτεία ενός ηλίθιου

μετάφραση-επίμετρο-σημειώσεις: Αγγελική Κορρέ

 εκδόσεις Κοβάλτιο

Συλλογή με διηγήματα του μεγάλου Ιάπωνα διηγηματογράφου, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και τα 51 μικρά αυτοβιογραφικά σημειώματα που δίνουν και τον τίτλο στη σημαντική αυτή έκδοση, πολύ κατατοπιστική για το έργο του Ακουτάγκαβα. Οι ιστορίες του πατάνε πάνω στην αρχαία ιαπωνική παράδοση, τους μύθους και τους θρύλους, με βάση τους οποίους φτιάχνει τα δικά του παραμύθια, τα οποία όμως
έχουν μέσα τους τα διαχρονικά ερωτήματα του ανθρώπου απέναντι στο ανεξήγητο του κόσμου, τη μοίρα, τα δεινά της ζωής.  Τριτοπρόσωπος γλαφυρός αφηγητής σε υπόρρητο διάλογο με τον αναγνώστη του (όπως όλοι οι καλοί παραμυθάδες) ο Ακουτάγκαβα στις οκτώ πρώτες ιστορίες του βιβλίου, σε πιο περιεκτικό λόγο τα 51 σημειώματα (Βίος και πολιτεία ενός ηλιθίου). Μια έκδοση πλήρης από κάθε άποψη.



Κυριακή Καρσαμπά

 Σχεδόν γυμνή σαν την αλήθεια

 εκδόσεις ΑΩ

Ποιήτρια και ζωγράφος (γιατρός στο επάγγελμα) η Κυριακή Καρσαμπά, παρουσιάζει την πρώτη της (επίσημη όπως λέει) ποιητική δουλειά, στην οποία «μελετά την ανθρώπινη ύπαρξη», όπως εύστοχα παρατηρεί η Χρύσα Γκιώνη (φιλόλογος, μεταφράστρια) στο προλογικό της σημείωμα. Η αλήθεια, για την οποία μιλά στον τίτλο της συλλογής της, είναι σχεδόν γυμνή· ίσως γιατί ολόκληρη ποιος τολμά να την αρθρώσει; Τα ποιήματα της συλλογής ανήκουν σε διαφορετικές περιόδους της ζωής της ποιήτριας, έτσι δίνουν μια συνολική εικόνα της ωρίμασης του ποιητικού λόγου μέσα στον χρόνο. Συχνά η ποιήτρια επιλέγει να
μιλήσει με ολιγόστιχα ποιήματα, περιεκτικά νοήματος. Άλλοτε πιο αναλυτικός ο λόγος της. Τα πλέον σύντομα (δύο τρεις στίχοι το πολύ) θεωρώ πως είναι αυτά που απηχούν και τη γενικότερη στάση της απέναντι στα προβλήματα της ζωής – πιο ουσιαστικά και πιο ευθύβολα από άλλα που περισσότερο μιλούν με εικόνες (ζωντανές ωστόσο και ευαίσθητες στην αρχική πρόσληψή τους όσο και αποτελεσματικές στην απεύθυνσή τους στον αναγνώστη). Επιλέγω ένα που συμπυκνώνει ίσως τη συνολική της θεώρηση πάνω στον κόσμο και τα άλυτα ερωτήματα της ταπεινής ανθρώπινης ύπαρξης:
Τι πλήξη Θε μου θα ’ταν η ζωή
αν δεν είχε κάνει συμφωνία με το θάνατο…
Και ακόμη ένα που με ειλικρίνεια αξιοπρόσεκτη δείχνει την ώριμη στάση απέναντι στην προσωπική της ζωή:
Με ποιον ν’ αντιδικήσω,
όταν τους βλέπω όλους μέσα μου;
Η έκδοση με πολλή προσοχή δουλεμένη (χαρακτηριστικό των εκδόσεων ΑΩ), ώστε να δίνει ταυτόχρονα την αισθητική απόλαυση μαζί με την ποιητική. Στο εξώφυλλο έργο της ποιήτριας, εύστοχο για το σημαινόμενο που συνάδει με το περιεχόμενο του βιβλίου.


Διώνη Δημητριάδου