ΤΑ
ΕΓΓΟΝΙΑ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ
Μνήμη
Συγγένεια Ταυτότητα στο Γκαλλιτσιανό της
Καλαβρίας
Χριστίνα Πετροπούλου
Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2023
Παίρνοντας
στα χέρια μου να διαβάσω το βιβλίο «ΤΑ ΕΓΓΟΝΙΑ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ» και γνωρίζοντας πως
αποτελεί το απόσταγμα μιας πολύχρονης επιστημονικής έρευνας της Χριστίνας
Πετροπούλου, πίστευα ότι θα αντιμετώπιζα ένα ακραιφνώς επιστημονικό σύγγραμμα,
που ως τέτοιο δεν θα ήταν εύκολο να αναγνώσει ένας μη ειδικός, επιστήμονας με
ανάλογα ενδιαφέροντα, ανθρωπολογικά, κοινωνιολογικά ή κάποιος που θα είχε
ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους ελληνόφωνους της Κάτω Ιταλίας, για τους οποίους
πολλά ακούμε εδώ και αρκετές δεκαετίες, αλλά ίσως δεν έχουμε σαφή εικόνα για τη
ζωή τους και το γλωσσικό αυτό ιδίωμα, πόσο ελληνικό είναι, σε τι ποσοστό
περιλαμβάνει ελληνικές λέξεις και ιταλικές και πόσο κατανοητό είναι από τον
κάτοικο της Ελλάδας ή τον κάτοχο της σύγχρονης ελληνικής γλώσσας.
Ο
Πρόλογος του βιβλίου ανήκει στον καθηγητή Antonino Colajanni, ο οποίος γνώρισε
τη συγγραφέα, όπως αναφέρει, το 1983 ως μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο
της Ρώμης και ομολογεί ότι στη μακρά πανεπιστημιακή σταδιοδρομία του σπάνια
γνώρισε «νέους ανθρώπους τόσο πρόθυμους να ξαναδούν, να διορθώσουν, να
συμπληρώσουν με νέες αναγνώσεις, νέες παρατηρήσεις και ερωτήσεις επί του πεδίου
τις πρώτες καταγραφές και τα δεδομένα που κάθε φορά συγκέντρωναν».
Θαυμάζει
κανείς το χρόνο που έχει δαπανήσει για τις μελέτες της αυτές, αλλά και το
πλήθος των ανακοινώσεων και δημοσιευμένων άρθρων της συγγραφέως!
Αρχίζοντας
την ανάγνωση διαπίστωσα πως τα πράγματα είναι διαφορετικά από αυτό που
περίμενα! Εντυπωσιάστηκα από το συγγραφικό ύφος της Χριστίνας Πετροπούλου! Ο
τρόπος γραφής και αφήγησης έχει μια ζωντάνια και ομορφιά, όπως και ειλικρίνεια,
όταν αναφέρεται στις δικές της κρίσεις για το χωριό και τους κατοίκους του,
στις πρώτες επαφές, κρίσεις και απόψεις, που στην πορεία άλλαξαν, αλλά και
καταγράφοντας, προσφέροντας στον αναγνώστη, αυτούσια την άποψη, αυστηρή για την
ίδια, στις αρχές της έρευνάς της!...
Θυμάμαι
τη φίλη και παλιά συμφοιτήτριά μου Χριστίνα, εκείνες τις εποχές που
πηγαινοερχόταν στην Ιταλία με πλοίο από το λιμάνι της Πάτρας, που της έκανα
παρέα μέχρι να φύγει και μου μιλούσε με ενθουσιασμό για την έρευνά της, αλλά
και για τα προβλήματα που αντιμετώπιζε και στα οποία αναφέρεται στο βιβλίο της
αυτό.
Για
παράδειγμα, αναφέρεται η συγγραφέας σε «ένα έντονο αίσθημα αμφιβολίας και
δυσπιστίας» των κατοίκων του χωριού διεξαγωγής της έρευνάς της, «που άρχισε
να διαχέεται από την πρώτη στιγμή της άφιξής μας». Διευκρινίζονται παρακάτω
οι λόγοι της δυσπιστίας αυτής: «Η διεξαγωγή μιας επιστημονικής έρευνας… προκάλεσε
ποικίλες συζητήσεις και σχόλια, όπως εκείνα ενός από τους ισχυρότερους άνδρες
του χωριού, ο οποίος σχεδόν θυμωμένος από τα λεγόμενά μου είπε: “Αρκετοί λένε
ότι δουλεύουν για το Γκαλλιτσιανό! Αν προσθέσουμε κι εσένα, θα είστε πάρα
πολλοί!”… “Εδώ δεν έρχονται πια για χίλιες λίρες, αλλά για εκατομμύρια”,
σχολίασε ένας άλλος…» Και τα λόγια ενός 65χρονου: «Τίποτα δεν γίνεται
για το τίποτα. Κανείς δεν έρχεται στο σπίτι σου χωρίς να αποβλέπει κάπου.
Όποιος έρχεται το κάνει γιατί περιμένει κάτι από εσένα…»
Τέτοιες
εντάσεις προκάλεσαν αμοιβαίες ανασφάλειες, όπως ομολογεί η συγγραφέας, η οποία
σημείωνε χαρακτηριστικά, με σκληρές κρίσεις από την πλευρά της για τους
χωρικούς του Γκαλλιτσιανού: «Αυτό το χωριό είναι ζωντανό-νεκρό. Πάει καιρός
που οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν πια αισθήματα. Δεν νιώθουν ούτε λύπη, ούτε
χαρά! Χαμογελούν και δείχνουν ικανοποιημένοι από την ζωή που κάνουν, αλλά ποτέ δεν
γελούν… Υποκρισία μέχρι υπερβολής, …Αυτή είναι η ζωή του χωριού: μηχανικές
συμπεριφορές, αυτόματες και “αυθόρμητες” ενέργειες χωρίς ίχνος ειλικρίνειας… Ο
ξένος είναι ξένος και θα παραμείνει τέτοιος, έστω κι αν ζήσει μαζί τους για
χρόνια ολόκληρα…». Απόψεις που θα αναιρεθούν με το πέρασμα του χρόνου, αφού
και οι μεταξύ των δύο μερών σχέσεις θα αλλάξουν σε σχέσεις αμοιβαίας εκτίμησης
και η ίδια η Χριστίνα ομολογεί, αναλογιζόμενη εκείνη την εποχή της καχυποψίας: «…Εγώ
στη θέση τους ίσως να φερόμουν χειρότερα. Άλλωστε τι σημαίνει επιτόπια έρευνα;
Να “κατασκοπεύεις” μια ολόκληρη
κοινωνία κι αυτό δεν είναι λίγο! Ίσως και να εξάντλησα τα όρια της αντοχής
τους. Οφείλω να ομολογήσω ότι χρωστώ πολλά στο Γκαλλιτσιανό, αφού με έκανε να
γνωρίσω καλύτερα τον εαυτό μου και τον κόσμο που με περιβάλλει».
Η έρευνα και η μελέτη της ζωής και της κοινωνίας
από τη
Χριστίνα Πετροπούλου στην περιοχή της
Καλαβρίας ανατρέπει τις εθνοκεντρικές αντιλήψεις, που διατυπώθηκαν στο παρελθόν
για «ελληνική εθνική ταυτότητα» των ελληνόφωνων κατοίκων της περιοχής της Κάτω
Ιταλίας. Αναμφισβήτητη η έντονη επίδραση της ελληνικής παράδοσης, πιστοποιεί η
έρευνα, «σε όλη τη νότια Ιταλία,
όπως αποδεικνύεται από τα μνημεία, τα τοπωνύμια, τα ανθρωπωνύμια… και βεβαίως
από το τοπικό ελληνικό ιδίωμα… Είναι η ίδια η Ιστορία, που με τη διαρκή
διαδικασία αλλαγών, επαναπροσδιορισμών, πληθυσμιακών επιμειξιών, αποδοχής μιας
κουλτούρας από μιαν άλλη (inculturazione)
κάνει τις ανθρώπινες κοινωνίες και ομάδες να μην αποτελούν ποτέ ένα ομοιογενές
όλον, αλλά κατακερματισμένες πραγματικότητες που βρίσκονται σε μια διαδικασία
συνεχούς αλλαγής», επομένως καθόλου
δεν στοιχειοθετείται η ύπαρξη μιας κοινωνίας Ελλήνων αποκομμένης από τον εθνικό
κορμό στα απομακρυσμένα ορεινά της Καλαβρίας και Κ. Ιταλίας. Βεβαίως η παρουσία
εκεί του ελληνισμού μαρτυρείται από την αρχαία εποχή της Μεγάλης Ελλάδας του β΄
ελληνικού αποικισμού (8ος-6ος αι. π.Χ.) και έτσι
δικαιολογείται το ιδιαίτερο γλωσσικό ιδίωμα γκρέκο
(greko)
ή
γκρεκάνικα στην Καλαβρία, γκρίκο (griko) στην Απουλία, η γλωσσική επικοινωνία και στις δύο περιοχές
χαρακτηρίζεται από διγλωσσία, λόγω της επί αιώνες συμβίωσης και επιμειξίας των
λαών. Δεν σημαίνει καθόλου πως οι κάτοικοι έχουν ελληνική εθνική συνείδηση.
Πληροφορούμαστε για τις συνθήκες ζωής στα ορεινά
αυτά χωριά, που συνέχιζε στη δεκαετία του 1980 να είναι αρκετά πρωτόγονη (σε
πολύ χειρότερες συνθήκες, βέβαια, στη δεκαετία του 1950, αφού σύμφωνα με τις
μαρτυρίες των κατοίκων, «Χρήση
παπουτσιών άρχισε να γίνεται …μετά το 1955. Έως τότε, η κατοχή τους αποτελούσε προνόμιο
των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων, που συχνά τα δάνειζαν στους πιο φτωχούς, για
ν’ αντιμετωπίσουν ειδικές ανάγκες: γάμους, μετάβαση σε γειτονικά χωριά κ.ά.
Στην τελευταία αυτή περίπτωση, τα παπούτσια, τυλιγμένα σε χαρτί κατά τη
διαδρομή, φοριούνταν λίγο πριν από την είσοδο στο χωριό»), αφού στο Γκαλλιτσιανό, το χωριό, όπου έλαβε χώρα
το μεγαλύτερο μέρος της έρευνας της Πετροπούλου, η υδροδότηση έγινε μόλις το
1985, ενώ μέχρι τότε τη μόνη πηγή υδροδότησης αποτελούσε ο «Κάναλος», πηγή με ανεπαρκείς ποσότητες νερού για την
άρδευση των μικρών κήπων («τσιπούρια») μετά από συγκέντρωση σε μεγάλη γούρνα («γουρνάλι»), για πλύσιμο των ρούχων από τις γυναίκες, για
μεταφορά νερού πόσιμου με πήλινες υδρίες και μπιτόνια. Στο μοναδικό καφενείο
του χωριού το δημόσιο και μοναδικό τηλέφωνο εξυπηρετούσε όλους τους γύρω
οικισμούς, αλλά το χειμώνα λόγω κακών καιρικών συνθηκών συχνά ήταν εκτός
λειτουργίας, όπως και το ηλεκτρικό δίκτυο.
Παρακολουθεί η αφήγηση, με βάση τις συζητήσεις των
ανθρώπων στο καφενείο ή στην πλατεία του χωριού και σε διάφορες κοινωνικές
εκδηλώσεις ή τις συνεντεύξεις μαζί τους, τη συλλογική μνήμη της κοινότητας, που
ανάγεται ως «“την
αρχαία εκείνη εποχή”» τη «μακρινή και απροσδιόριστη στον
χρόνο». Διαβάζουμε ιστορίες,
όπως τις θυμούνται είτε γιατί τις βίωσαν οι ίδιοι είτε γιατί τις άκουσαν ως
αφηγήσεις των παλιότερων, ιστορίες που αναφέρονται σε σπουδαίους ληστές και
κρυμμένους θησαυρούς, συχνά με μυθικά στοιχεία μπλεγμένα με την πραγματικότητα,
σε άλλα σημαντικά πρόσωπα του παρελθόντος, στη μετανάστευση προγόνων στην
Αργεντινή ή στην Ελβετία και στο Piemonte σε νεότερες εποχές, σε
καταστροφές λόγω σεισμού ή κατολισθήσεων, στην ίδρυση και – εξ αιτίας του
τελευταίου λόγου – επανίδρυση του χωριού, σε μνήμες από τους παγκόσμιους
πολέμους κ.ά., ιστορίες εντυπωσιακές, όπως εκείνη του «Πρέσβυτε» (πρεσβύτερου, ιερέα) Ασπρέα, εφημέριου στο
Γκαλλιτσιανό, που ήταν, κατά τις μαρτυρίες, «…όμορφος,
γοητευτικός, ψεύτης, …χαρτοπαίχτης, βλάσφημος, γενναιόδωρος, …δεινός κρασοπότης
(“τριανταέξι ποτήρια την ημέρα”), σεβόταν και αγαπούσε όλο τον κόσμο, τρέφοντας
ιδιαίτερη αδυναμία στις γυναίκες. Απόδειξη αυτού υπήρξαν τα δεκαεφτά ή
εικοσιτρία, ανάλογα με τις αφηγήσεις, νόθα παιδιά, καρποί σχέσεών του με μια “ανιψιά”
που ζούσε μαζί του ως υπηρέτρια…» και στη Madonna della Montagna, όπου τελικά τον εξόρισαν, «έκλεψε
όλα τα χρυσά τάματα των προσκυνητών, “για να μην τα πάρουν οι Γερμανοί”…» Σε άλλη μάλιστα αφήγηση: «…Του άρεσε να παίζει χαρτιά, έχανε
συνέχεια λεφτά και βλαστημούσε τον Χριστό και την Παναγία… Ήταν νέος, όμορφος,
συμπαθητικός και σεβαστικός», αλλά και μια κρίση σαν αυτή: «…Πόσοι
παπάδες πέρασαν από εδώ, πέθαναν και ποιος τους θυμάται πια; Όμως τον Ασπρέα
κανείς δεν τον ξεχνά!»
Αν απορήσουμε, όπως είναι επόμενο, γιατί θαυμάζουν
οι κάτοικοι ως ήρωες ή σπουδαίους κάποιους ανθρώπους του παρελθόντος χωρίς
ηθικές αρχές, μας δίνει την εξήγηση η συγγραφέας: Οι ιστορίες αυτές «ούτε λίγο ούτε πολύ, χρησίμευαν
στο να “δικαιολογήσουν” και εν μέρει να “νομιμοποιήσουν” τη σημερινή (τότε)
κατάσταση του χωριού, με κύρια χαρακτηριστικά την πληθυσμιακή συρρίκνωση, την
κοινωνική και γεωγραφική απομόνωση, τη φτώχεια, την έλλειψη σπουδαίων και
ισχυρών ανδρών… Με άλλα λόγια, χρησίμευαν στο να θεμελιώσουν και να ερμηνεύσουν
ένα παρόν εντελώς διαφορετικό από το “ωραίο εκείνο παρελθόν”, όταν η κοινότητα
διέθετε ευγενείς, μεγαλογαιοκτήμονες, μεγάλες εκτάσεις γης, γιατρό, Δήμο,
Αστυνομικό Τμήμα, δασκάλα (μόνιμη κάτοικο), παπά (μόνιμο κάτοικο)». Και αυτά ανεξαρτήτως της άθλιας δικής τους
κατάστασης και δύσκολης επιβίωσης ειδικά σε εκείνες τις παλαιότερες εποχές και
ίσως αυτό να έχει σχέση με τη γενικότερη τάση των ανθρώπων να εξιδανικεύουν το
παρελθόν και να θεωρούν πως ο κόσμος όσο περνούν τα χρόνια χειροτερεύει σε
σχέση με τα παλιά, «τα καλύτερά μας χρόνια», τα χρόνια της χαμένης νιότης μας,
που το μόνο καλό ίσως να είχαν μόνο την ίδια τη νιότη και τη χαμένη πλέον
«αθωότητα» εκείνης της νεανικής μας ηλικίας! «Η
ανάκληση των εμπειριών του παρελθόντος εξυπηρετεί συγκεκριμένες ανάγκες του
παρόντος. Οι αναφορές στα “παλιά” …αποτελούν προσπάθειες στήριξης και
νομιμοποίησης ενός δύσκολου και “άσχημου” παρόντος, διαφορετικού από το
παρελθόν…» Παλιά υπόθεση η
εξιδανίκευση του παρελθόντος ως κοινωνικό φαινόμενο, τη βλέπουμε ήδη στην
Ιλιάδα στο λόγο του Νέστορα, που ενώπιον του στρατεύματος απευθυνόμενος προς
τους φιλονικούντες Αγαμέμνονα και Αχιλλέα αναφέρει:
«Μα ακούστε με! Είστε κι οι δυο
νεότεροι από μένα.
Εγώ παρέα έκαμα μ' άντρες καλύτερούς
σας
παλιότερα· …
Δεν είδα ως τώρα, δε θα δω ποτέ πια
τέτοιους άντρες…
Απ' όσους ζουν πάνω στη γη ήταν οι
πιο αντρείοι·
ήταν αντρείοι, τα 'βαζαν με τους
αντρειωμένους,
μ' άγρια του βουνού θεριά, κι
αφάνισαν τα πάντα…»
[Ιλιάδα, Α, 259-269]
Στη συνέχεια ερευνώνται και σχολιάζονται οι όροι
και οι συνθήκες που καθορίζουν την οικογένεια, τη ράτσα («γενία
ή γενέα», γενιά), τα παρωνύμια ή παρατσούκλια («παράνομα») [«Στο
Tombolo…
Έως το 1863, στα επίσημα έγγραφα του Δήμου αναγραφόταν πρώτα το παρωνύμιο
(παρατσούκλι) και σε παρένθεση το επώνυμο…»], τα νόθα τέκνα, την επιλογή συζύγου και το γάμο, το διπλό
γάμο-matrimonio doppio («”Εγώ θα παντρευτώ την αδελφή σου,
όμως εσύ πρέπει να παντρευτείς τη δική μου”….»), που είναι αποτέλεσμα συγκεκριμένων συμφωνιών,
όπως, μεταξύ φτωχών, την κατάργηση της προίκας ή «”για
να μπαλώσει κάτι” (σωματικές ατέλειες, προχωρημένη ηλικία κ.λπ.)… και συχνά
αποτελεί μια μορφή “αναγκαστικού” γάμου…» και το γάμο μεταξύ συγγενών, με ιδιαίτερη ματιά στους γάμους μεταξύ εξαδέλφων, ακόμα και πρώτου βαθμού, με στόχο εδώ να μην
περάσει η οικογενειακή περιουσία σε χέρια ξένων. «Αν
ένας κάτοικος του χωριού ερωτηθεί αν είναι συγγενής με έναν ξάδερφό του, η
κλασική απάντηση είναι: “Όχι, μ’ αυτόν δεν είμαστε συγγενείς, είμαστε ξαδέρφια”.
Μια τέτοια απάντηση δείχνει ότι τα πρώτα ξαδέρφια, αν και ανήκουν στη σφαίρα
των στενών συγγενών, την ίδια στιγμή διακρίνονται από αυτούς». Έτσι, δικαιολογείται γι’ αυτούς ότι «…τα πρώτα ξαδέρφια αποτελούσαν
έως σχετικά πρόσφατα τους προτιμητέους συζύγους…» Όταν η συγγραφέας-ερευνήτρια μάλιστα τον πρώτο
καιρό εξεπλάγη από το φαινόμενο αυτό,
έλαβε την απάντηση, με φανερή ενόχληση: «Γιατί,
στην Ελλάδα δεν παντρεύονται τα πρώτα ξαδέρφια;»… Να σημειώσουμε εδώ πως στην Ελλάδα ο γάμος μεταξύ
εξαδέλφων δεν ήταν ποτέ αποδεκτός, μάλιστα η νομοθεσία δεν τον επιτρέπει, συνέβαινε
μόνο σε ιδιαίτερες περιπτώσεις, κατ’ εξαίρεση και παραχώρηση. Διαβάζουμε
σχετικά:
«Η ελληνική νομοθεσία εμποδίζει τον
γάμο μεταξύ συγγενών εξ αίματος εκ πλαγίου ως τετάρτου βαθμού. Ωστόσο, όπως
επισημαίνουν νομικοί, τα εμπόδια τα οποία θέτει ο νόμος αίρονται σε ορισμένες
εξαιρετικές περιπτώσεις… Ο νομικός κ. Ανδρέας Γαβαλάς αναφέρει ότι η επίμαχη
διάταξη του Αστικού Κώδικα, βασιζόμενη σε βιολογικούς λόγους, προβάλλει
προσκόμματα ως προς την τέλεση γάμου… “Οι δομές της ελληνικής κοινωνίας, όπως
έχουν διαμορφωθεί από το παρελθόν μέχρι σήμερα, αποδοκίμαζαν τη σύναψη γάμου
μεταξύ συγγενών εξ αίματος και εξ αγχιστείας μέχρι τετάρτου βαθμού εκ πλαγίου
και απεριορίστως σε ευθεία γραμμή. Όμως, αυτή η αρχή κάμπτεται σε
εξειδικευμένες περιπτώσεις, όπου από τον αρμόδιο μητροπολίτη χορηγείται άδεια
για τη σύναψη γάμων και σε δεύτερα εξαδέλφια και πάρα πολύ σπάνια σε πρώτα. Η
σχετική διάταξη του Αστικού Κώδικα (1536) λειτουργεί στο πλαίσιο της κοινωνικής
προληπτικής πολιτικής”…»
(«Τι προβλέπει η νομοθεσία για γάμο
μεταξύ συγγενών», ΤΟ ΒΗΜΑ, 25-11-2018)
Αν και η συγγενειακή και τοπική ενδογαμία έχει
υποχωρήσει ως πρακτική για τις νεότερες γενιές, μετά το 1960, δεν εξαλείφθηκε, «τις τελευταίες δεκαετίες», παρατηρεί η συγγραφέας, «λόγω της εντεινόμενης οικονομικής
κρίσης, παρατηρείται μια αναδίπλωση της κοινότητας στον εαυτό της… Σε έναν
κόσμο αβεβαιότητας και ανασφάλειας… ο γνωστός (συγχωριανός ή συγγενής)
συνεχίζει να αποτελεί την πιο ασφαλή γαμήλια επιλογή».
Ψάχνοντας την «γκρεκάνικη
ταυτότητα» και τα χαρακτηριστικά
της η συγγραφέας κάνει εκτενή αναφορά στις περιγραφές των κατοίκων του
ελληνόφωνου ιταλικού Νότου περιηγητών, ερευνητών και κοινωνικών επιστημόνων
διαφόρων εθνικοτήτων (που εκφέρουν κρίσεις με στερεότυπες προκαταλήψεις έχοντας
μια «επιστημονική
επικάλυψη»), αλλά και κρατικών
λειτουργών, πολιτικών του Ιταλικού κράτους (στην πλειονότητά τους προερχομένων
από το Βορρά, οι οποίοι στην ουσία αγνοούν ή παραβλέπουν τις πραγματικές αιτίες
της υπάρχουσας πραγματικότητας του Νότου). Λίγο πολύ σε όλες σχεδόν τις
περιγραφές αυτές γίνεται μια διάκριση σε πολιτισμένο Βορρά της Ιταλίας και σε
ένα υποβαθμισμένο Νότο με έντονη παρουσία και της οργανωμένης Μαφίας, όπου οι
άνθρωποι, από τη Νάπολη και κάτω, χαρακτηρίζονται από μια «έμφυτη κατωτερότητα» και προβάλλονται ως ζητιάνοι, άξεστοι, πρωτόγονοι,
βάρβαροι, γραφικοί!...
Από το 1968 και μετά, με την ίδρυση μάλιστα του (πρώτου
κατά σειρά) πολιτιστικού συλλόγου “Ionica dei Greci di Calabria” [Η Ιονική των Ελλήνων της
Καλαβρίας] γίνεται μια προσπάθεια «αφύπνισης της ελληνικότητας» των ελληνόφωνων, των …αγροίκων, άξεστων κ.λπ., οι
οποίοι τώρα αποκαλούνται ως «παιδιά
και εγγόνια του Ομήρου» σε
δημοσιεύσεις ρομαντικού χαρακτήρα, από τις οποίες ιδιαίτερη εντύπωση προκαλούν
όσα γράφονται από την λαογράφο Ανζέλ Μεριανού, όταν για παράδειγμα γράφει: «…οι άνθρωποι ζουν ευτυχισμένοι
αντάμα με τα ζώα τους, αναπνέοντας καθάριο αέρα ανακατεμένο με τη μυρουδιά της
κοπριάς, αφού έτσι ζούσαν όλοι οι πρόγονοί τους… Ακολουθώντας τις διδαχές του
Πυθαγόρα και των Ελεατών φιλοσόφων “που έσπειραν τη δωρική μεγαλοπρέπεια και τη
λιτότητα στη γη αυτή”, προτιμούν και οι ίδιοι να είναι λιτοδίαιτοι, τρεφόμενοι
πολλές φορές μόνο με ψωμί και νερό όχι από ανάγκη, αλλά ακολουθώντας τις
διδαχές των αρχαίων προγόνων»! Αφελείς υπερβολές βεβαίως, για να μην τις χαρακτηρίσουμε ανοησίες, όταν
η απόλυτη φτώχεια εκλαμβάνεται ως …φιλοσοφημένη συνειδητή επιλογή και όχι ως
αποτέλεσμα συγκεκριμένης πολιτικής αδιαφορίας του ιταλικού κράτους και των
κυβερνώντων για τις νότιες περιοχές, ενώ όλο το ενδιαφέρον δίνεται στην
ανάπτυξη των βόρειων περιοχών, των «πολιτισμένων».
Πόσο …αποδεκτή και φιλοσοφημένη επιλογή είναι η
φτώχεια αυτών των ανθρώπων φαίνεται από τα λόγια τους σε μαρτυρίες
(διαμαρτυρίες στην ουσία) στις συνεντεύξεις προς τη συγγραφέα: «…οφείλουμε να διώξουμε με κλωτσιές
όλους αυτούς που υποκριτικά έρχονται να μας μιλήσουν για πολιτισμό. Αυτός ο
πολιτισμός για μας σημαίνει να ζούμε ακόμη σε παράγκες με πολλή ζέστη το
καλοκαίρι και πολύ κρύο και υγρασία το χειμώνα. Όσο για τις παράγκες
[προκατασκευασμένα σπίτια] οφείλω να πω ότι στη διάρκεια του καλοκαιριού
ζέχνουν…» Φτάνει να συγκρίνουμε τα
λεγόμενα του ανθρώπου αυτού με την παραπάνω κρίση: «…οι
άνθρωποι ζουν ευτυχισμένοι αντάμα με τα ζώα τους, αναπνέοντας καθάριο αέρα
ανακατεμένο με τη μυρουδιά της κοπριάς…»!
Θα ακολουθήσει η ίδρυση πολλών πολιτιστικών
συλλόγων σε Ελλάδα και Κ. Ιταλία με στόχους την ανάδειξη του περιφρονημένου στο
παρελθόν ελληνόφωνου ιδιώματος greko, την ανάπτυξη σχέσεων των ελληνόφωνων της Καλαβρίας με την Ελλάδα, με
αμοιβαίες πολιτιστικές ανταλλαγές, όπως για παράδειγμα τη γνωριμία και διάδοση
των τραγουδιών της περιοχής και του χορού της «ταραντέλας», που τις τελευταίες
δεκαετίες έχουν γίνει πολύ γνωστά σε όλους μας, την τουριστική ανάπτυξη των
ορεινών ελληνόφωνων χωριών, την «αναβίωση» της Ορθοδοξίας στις …εστίες αυτές
ελληνικού στοιχείου, για το οποίο πολλοί διατείνονταν πως υπάρχει μια
λανθάνουσα ελληνική «εθνική» συνείδηση!... Μαθήματα ελληνικής γλώσσας
δοκιμάστηκαν από τους πολιτιστικούς συλλόγους και η προσπάθεια απέτυχε, αφού οι
ντόπιοι τη δική τους διάλεκτο επιθυμούσαν να διδάσκονται, τη «γκρεκάνικη», το
ελληνικό Υπουργείο Παιδείας έστελνε δασκάλους ελληνικής γλώσσας, οι οποίοι δεν γνώριζαν
την τοπική ρομανική διάλεκτο (dialetto) ούτε γκρέκο ούτε καν την επίσημη ιταλική! Στις ορθόδοξες τελετουργίες
οι κάτοικοι των χωριών συμμετείχαν
παθητικά, αφού σε μια ακατανόητη γλώσσα διεξάγονταν. Άτομα και σύλλογοι
ασχολούμενοι με τις προσπάθειες «αναβίωσης» του ελληνισμού και της ορθοδοξίας
κινούνταν πολλές φορές από οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα, εξυπηρετούσαν
άλλους σκοπούς, ενώ πολλές φορές έφθασαν σε σημείο αντιπαράθεσης και
ανταγωνισμών μεταξύ τους.
Στη σύγχρονη εποχή, με την επικουρία και των νέων
τεχνολογιών και των δυνατοτήτων, οι δράσεις αυτές δεν απευθύνονται στη
«μητέρα-πατρίδα», την Ελλάδα της οικονομικής κρίσης, αλλά στην UNESCO και σε
ευρωπαϊκούς θεσμούς, για να προβάλουν το «γκρεκάνικο» στοιχείο και τη
γκρεκάνικη γλώσσα, στην οποία, όπως είναι μοιραίο, έχουν υπεισέλθει περισσότερα
νεοελληνικά στοιχεία, κυρίως από έννοιες και όρους σύγχρονους ή από μια διάθεση
«κάθαρσης» με αντικατάσταση ιταλικών λέξεων με ελληνικές. Για την τελευταία
αυτή κατάσταση, διαβάζουμε, ομολόγησε, με μια δόση ειρωνείας αλλά και πικρίας,
στη συγγραφέα-ερευνήτρια σημαίνον πρόσωπο του Γκαλλιτσιανού: «“εγώ δεν πλατέγκω πλε το γκρέκο, …den to sciero, arte addi to… shieru kaglio asce me…” [εγώ δεν μιλάω πια τα ελληνικά
…δεν τα ξέρω, τώρα έχει άλλους που τα… ξέρουν καλύτερα από εμένα…]».
Από τις παραπάνω δράσεις σίγουρα ωφελήθηκαν οι
πρώην υποβαθμισμένες περιοχές, μαζί τους και άλλες που περιλήφθηκαν σε μια
ευρύτερη γκρεκάνικη περιοχή, χωρίς ίσως να έχουν σχέση με την ελληνική διάλεκτο
γκρέκο, ο όρος «γκρεκάνικο» έχει μετατραπεί σε εμπορικό σήμα, ενώ οι φυσικοί
ομιλητές της διαλέκτου είναι πλέον λίγοι ηλικιωμένοι. Κανείς δεν μπορεί να
προδικάσει τι θα συμβεί μελλοντικά με την πάροδο του χρόνου, αλλά, όπως γράφει
η συγγραφέας: «Η
γλώσσα, με διάφορους τρόπους (τραγούδια, θέατρο, ποίηση, λογοτεχνία,
γαστρονομία, αγροτουρισμός, οδωνύμια), θα συνεχίσει να “αφηγείται” την ιστορία
της, την ύπαρξή της, την “αναγέννησή” της, άλλοτε από ανάγκη, άλλοτε από
ευχαρίστηση, άλλοτε από ονειροπόλα διάθεση…»
Τελικά, είναι ένα βιβλίο που διαβάζεται με άνεση
και ευχάριστα, όσο ευχάριστα διαβάζει κανείς ένα μυθιστόρημα! Και, επειδή ακόμα
και σήμερα πολλοί ίσως να έχουν μια θολή εντύπωση ή να διακατέχονται, ακόμα, από
ρομαντική διάθεση όσον αφορά στους ελληνόφωνους κατοίκους του ιταλικού νότου, η
μελέτη αυτή αποτελεί ένα πολύτιμο εργαλείο, για να γνωρίσουμε σε σωστές βάσεις
το ζήτημα.
Η παρουσίαση του βιβλίου έγινε την
Πέμπτη 15 Ιουνίου 2023, στις 7.30 μ.μ., στον Κήπο του Εθνικού Αρχαιολογικού
Μουσείου (Πατησίων 44, Αθήνα). Για το βιβλίο μίλησαν: Michael Herzfeld, Κοινωνικός
Ανθρωπολόγος, Ομότιμος Καθηγητής Κοινωνικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του
Harvard και Κριτικών Σπουδών Κληρονομιάς στο Πανεπιστήμιο του Leiden. Manuela Pellegrino, Δρ Κοινωνικής
Ανθρωπολογίας του University College of London, Μέλος ερευνητικής ομάδας
για την Ανθρωπολογία των Μειονοτικών Γλωσσών του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών
του Πανεπιστημίου του Harvard. Σταυρούλα Πιπύρου (διαδικτυακά),
Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο του St.
Andrews. Η συγγραφέας του βιβλίου, Χριστίνα
Πετροπούλου, Κοινωνική Ανθρωπολόγος στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Την εκδήλωση συντόνισε η Ματρώνη Δικαιάκου, Δημοσιογράφος στην
Τηλεόραση της Βουλής.
***
Η
Χριστίνα Πετροπούλου, είναι φιλόλογος, πρώην Σχολική Σύμβουλος, Κοινωνική
ανθρωπολόγος, με μετάταξη στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής
Ανθρωπολογίας, διδάσκει σχετικά με την Καλαβρία και τα ελληνόφωνα χωριά της
περιοχής. Έχει δημοσιεύσει πλήθος άρθρων στην εφημερίδα Καθημερινή, στο περιοδικό
Αντί, σε ελληνικά και ξένα περιοδικά, έχει εργαστεί στο Κέντρο
Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας και στο Κέντρο Ερεύνης των Ελληνικών
Ιδιωμάτων και Διαλέκτων της Ακαδημίας Αθηνών. Συνεργάζεται με το Ιταλικό Ινστιτούτο
Αθηνών. Για το έργο και τις έρευνές της βραβεύτηκε το 2022 από τον Σύλλογο “Apodiafazzi” (Ξημερώνει) της Bova.
***
Ο
Παναγιώτης Χαλούλος είναι φιλόλογος με πλούσιο εκπαιδευτικό και συγγραφικό
έργο. Συνέγραψε τα παρακάτω βιβλία:
·
«Ιστορία για το Γυμνάσιο, Ασκήσεις
και θέματα Ανακεφαλαιωτικών Εξετάσεων με αξιοποίηση ιστορικών πηγών – Σχέδια
μαθημάτων με χρήση Η/Υ-συνοδευτικό CD-ROM, εκδ. Ζήτη, Θεσσαλονίκη, στις
παρακάτω εκδόσεις:
«Για
όλες τις τάξεις του Γυμνασίου», 2005.
«Α΄
τάξη, Αρχαία Ιστορία» 2006.
«Β΄
τάξη, Μεσαιωνική και Νεότερη Ιστορία» 2006.
«Γ΄
τάξη, Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία» 2008.
·
«Εύθυμα παραμύθια διασκευασμένα για
το θέατρο – Πρακτικός οδηγός για σχολικές θεατρικές ομάδες για την πρωτοβάθμια
και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση», εκδ. περί τεχνών, Πάτρα 2006.
·
«Πατρινό καρναβάλι - Ο γάμος της
Γιαννούλας της κουλουρούς», θεατρική σάτιρα, εκδ. το δόντι, Πάτρα 2011.
Έχει
δημοσιεύσει άρθρα εκπαιδευτικού περιεχομένου σε έντυπα περιοδικά και στο
διαδίκτυο ( http://users.sch.gr/pchaloul
) πλούσιο υλικό σε ιστοσελίδες-παρουσιάσεις-video, για την πραγματοποίηση
μαθημάτων Ιστορίας με χρήση Η/Υ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου