Δωμάτια με δόντια
και
άλλες κοφτερές ιστορίες
Έλσα Κορνέτη
εκδόσεις Μελάνι
η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal
στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ
ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Ο κίνδυνος μέσα μας • Fractal (fractalart.gr)
Ο κίνδυνος μέσα μας
Ο αυτοεγκλωβισμένος είναι ένας φυλακισμένος που ανακαλύπτει ότι η φυλακή γύρω του δεν έχει
κάγκελα αλλά δόντια, τα δόντια ενός στόματος – του στόματος της ζωής – κι αυτός
συνεχίζει να τρέφεται με τα υπολείμματα από τις σάρκες αναμνήσεων περασμένων
που τώρα κρέμονται κουρελιασμένες στα παράθυρα, ξεφτισμένα κρόσσια από βιώματα
και εμπειρίες που ηχηρά φωνάζουν ότι υπήρξαν, σκηνές μιας ζωής με καλές
στιγμές, και στιγμές κακές, πολύ κακές, που κι αυτές εξανεμίστηκαν μέσα στις
αναθυμιάσεις τους. («Δωμάτιο με δόντια», σ. 9).
Οι ιστορίες της Κορνέτη, είναι
αληθινές μέσα στη σκληρότητά τους, με τη φαντασία να εμπλέκεται στα γεγονότα,
όχι για να τα μεταφέρει σε άλλη διάσταση, ονειρική, αλλά ίσα ίσα για να τους αποδώσει τον πραγματικό
τους χαρακτήρα· άλλωστε γνωστή από την ποιητική εκδοχή αυτής της σημαντικής
γραφής η ισορροπία (εύθραυστη και λεπτή) ανάμεσα στην πραγματικότητα και σε ό,τι
φαινομενικά τουλάχιστον μοιάζει να την αναιρεί. Μια σπουδή στο παράλογο, θα
μπορούσαμε να πούμε. Στη γραφή της Κορνέτη η έννοια του παραλόγου αναδεικνύει
τη διαφοροποίηση του νοήμονος όντος μέσα στη γενικότερη σύγχυση των εννοιών, σε
έναν κόσμο που αρνείται κάθε λογικό συσχετισμό, την ίδια ώρα που
αυτό-ανακηρύσσεται δημιούργημα του ορθολογισμού. Ο τρόπος για να εισχωρήσεις σ’
αυτή την πρωτότυπη γραφή είναι να συνειδητοποιήσεις πως πρέπει κι εσύ, ο
αναγνώστης, να υπερβείς τα όρια του συμβατικά λογικού και να αποδεχθείς την
άλλη όψη των πραγμάτων, ακόμα και αν είναι εμφανής ο «κίνδυνος». Σύμφυτος,
όμως, με τη γραφή (σε όποια μορφή της), καθόσον συνιστά πάντοτε μια υπέρβαση
ορίων, ο κίνδυνος, τόσο για τον δημιουργό όσο και για τον αποδέκτη.
Στην πρόσφατη συλλογή
διηγημάτων της η Κορνέτη πραγματεύεται πάλι την έννοια του κινδύνου, με
ιστορίες που «δαγκώνουν», δεν χαρίζονται εύκολα σε καμιά λογική ευκολία,
απαιτητικές στην αποδοχή τους, ευρηματικές στη θεματική τους. Κάθε μία από
αυτές ένα «δωμάτιο», ένας χώρος περίκλειστος που εμπνέει ανησυχία, με την
αίσθηση του εγκλωβισμού να κυριαρχεί δημιουργώντας την ψευδή εντύπωση πως τα
«κλειδιά» για την ελευθερία έχουν χαθεί. Είναι, άραγε, αρκετό να αντιληφθείς
πως βρίσκονται μέσα σου, πως το υποσυνείδητό σου (αλλά και η συνείδησή σου,
δουλεμένη γενιά τη γενιά από όλους τους θεσμούς μιας κοινωνίας
προγραμματισμένης για τη δέσμευση και όχι για την ελευθερία των προσώπων)
δημιουργεί τους αδιαπέραστους τοίχους; Ή όλα αποβαίνουν μάταια;
Μένω σε δύο από τις ιστορίες που υπογραμμίζουν ακριβώς αυτή την αλήθεια, ή καλύτερα, αυτό το ερώτημα.
Η πρώτη είναι η ιστορία ενός
παπαγάλου-ατραξιόν, δεμένου από το πόδι με αλυσίδα στο σιδερένιο του κλουβί, σκλάβος
στην ψυχαγωγία των τουριστών. Όταν το τυραννικό αφεντικό του θα γκρεμιστεί στο
πηγάδι στην προσπάθειά του να τραβήξει μια φωτογραφία με το κινητό του μαζί με
γνωστή λαϊκή αοιδό, ο παπαγάλος θα νιώσει για πρώτη φορά ελεύθερος, ακόμα κι αν
η ελευθερία του περιορίζεται μόνο σε ένα χαρούμενο φτεροκόπημα που για μια
στιγμή δίνει την εντύπωση ενός χειροκροτήματος:
[…] πετάρισε
επί τόπου φτεροκοπώντας ευχαριστημένος, και τα δύο πορφυρογάλαζα φτερά του με
τις κίτρινες ανταύγειες φάνηκε για ένα ολόκληρο λεπτό να συναντιούνται μεταξύ
τους σε κάτι που έμοιαζε με χειροκρότημα. («Το φτεροκρότημα», σ. 130).
Αν ο εγκλωβισμός, η δέσμευση
της ελεύθερης βούλησης, συνιστά μια αίσθηση κυρίαρχη και βασανιστική, γιατί να
μην αναιρείται από μια αίσθηση (πάλι) απελευθέρωσης; Μικρές στιγμές αυτόβουλης
ενέργειας, στιγμές που με τη δυναμική τους ίσως δείχνουν τον δρόμο. Δύσκολο
αναμφισβήτητα και περίπλοκο – βλέπω και το εξώφυλλο, έργο της Πέννυς
Δίκα-Κορνέτη, που αποτυπώνει με τον καλύτερο τρόπο την αναιρούμενη ελευθερία
του ανθρώπου, σε έναν κόσμο που τον έχει δεμένο με τα ισχυρά, διαχρονικά του
πλοκάμια.
Η δεύτερη είναι η ιστορία μιας
αιφνίδιας συνειδητοποίησης. Παρατηρώντας έναν πίνακα στο μουσείο (θα μπορούσε
να είναι το βάζο με τα ηλιοτρόπια του Βαν Γκογκ), ο ήρωας θα δει την εικόνα να
ανατρέπεται και τα λουλούδια να μεταμορφώνονται σε επιθετικά και επικίνδυνα
πλάσματα με δόντια μέσα από τα ανοιχτά τους στόματα. Από αυτή την αποδομημένη
εικόνα συνειρμικά θα νιώσει αποδομημένο τον υπαρκτό κόσμο, μέσα στον οποίο
καλείται άβουλος να ζήσει, κι εκεί θα νιώσει πόσο συνδέεται η δέσμευσή του με
τον ίδιο του τον εαυτό:
Περιστρέφεται αυτιστικά σαν ινδικό χοιρίδιο μέσα στους
ομόκεντρους κύκλους της ρόδας, όταν πλέον ανακαλύπτει ότι η περιστροφή και η
επανάληψη του τίποτα είναι το δικό του απύθμενο κενό που τόσο ανάγλυφα
διαγράφεται μέσα στην κενότητά του.
(«Στο μουσείο», σσ. 77-78).
Λειτουργική και
αποτελεσματική η λογοτεχνική γραφή μπορεί, ακροβατώντας ανάμεσα στο φαντασιακό
και στο πραγματικό (με δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ τους), να ανοίγει δρόμους
συνειδητοποίησης των αληθινών μεγεθών όσων μας περιβάλλουν. Κι αν η
συνειδητοποίηση μιας κατάστασης θεωρηθεί το πρώτο βήμα για την όποια
απελευθέρωση, μικρή ή μεγάλη, σύντομη ή διαρκή, τότε η γραφή, όπως αυτή εδώ,
έχει επιτελέσει κάτι περισσότερο από τη συνακόλουθη της λογοτεχνίας τέρψη.
Διώνη Δημητριάδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου