Του καιρού που επιμένει
Μικρά
και μεγάλα πεζά
Μαρία Στασινοπούλου
εκδόσεις Κίχλη
η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal
στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ
ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ. Με τη γοητεία του απλού • Fractal (fractalart.gr)
Με τη γοητεία του
απλού
Σχολιάζοντας πριν από μερικά
χρόνια τα μικρά πεζά της Μαρίας Στασινοπούλου, είχα πει: «Αυτά τα κείμενα τα
αγαπάς. Ίσως χωρίς να ξέρεις ακριβώς τον λόγο, αλλά και χωρίς να χρειάζεται να
τον εξηγήσεις». Παρακολουθώντας τη γραφή της στις επόμενες εκδοτικές της
καταθέσεις εξακολουθώ να χαίρομαι την αξία των κειμένων της, τον λιτό,
περιεκτικό της λόγο, τη θεματική της που ενσωματώνει την καθημερινότητα με
μοναδικό τρόπο· το καθημερινό μπορεί να είναι από κοινότοπο έως παράξενο,
διατηρώντας πάντοτε μέσα του τη γοητεία του απλού.
Η Στασινοπούλου αποτυπώνει τόσο προσωπικές μνήμες από τον δικό της βιωματικό χρόνο, όσο και το αποκύημα της πολύτιμης, για τη συγγραφική θεματική, παρατήρησης, που εμπλουτίζει τον δικό της ορίζοντα, μεταφέροντας αλλότριες εικόνες. Σε κάθε περίπτωση παρών ο χρόνος, με την ικανότητα να διαστέλλει τις μνήμες, μέχρι να ενδυθούν τη σύγχρονη ματιά, με την όποια αναπόφευκτη αλλοίωση που φέρνει η απόσταση αλλά και η ωριμότητα. Έχει ενδιαφέρον, ωστόσο, πως η γραφή αυτή μπορεί και διατηρεί αναλλοίωτο ένα «παιχνίδισμα» του λόγου, μια ματιά συχνά περιπαικτική, χιουμοριστική όποτε χρειάζεται, πιο αυστηρή ή και αυτοσαρκαστική, πάλι κατά περίπτωση.
Επιφανειακά πολυπρόσωπη η
αφήγηση, με την εναλλαγή των προσώπων σε κάθε ιστορία, στην ουσία, όμως, ο
αφηγητής ένας, ταυτιζόμενος με το συγγραφικό υποκείμενο που μεταλλάσσεται
άλλοτε ως πρωτοπρόσωπη μνήμη βιωματική, άλλοτε ως τριτοπρόσωπη παρατήρηση,
άλλοτε με διάλογο προσώπων και άλλοτε με εξιστόρηση γεγονότων. Η τεχνική αυτή
ως επιλογή απαιτεί τον κατάλληλο κάθε φορά χειρισμό της γλώσσας, ώστε να
καταλήγει πειστική η αφήγηση. Η Στασινοπούλου, έμπειρη της γραφής, κατέχει
άριστα τόσο τους αφηγηματικούς τρόπους όσο και τις αφηγηματικές τεχνικές. Έτσι,
εντυπωσιάζει, πιο πολύ και από τη θεματική της, για τον τρόπο που παρουσιάζει
τις μικρές της ιστορίες. Είναι η τέχνη του απλού, στη μορφή ενός μικρού πεζού.
Να μπορείς, δηλαδή, να λες τόσα μόνον, ώστε να αφήνεις στην αναγνωστική
φαντασία το «πριν» της αφήγησης όσο και το «μετά», ακόμη και αν (ή κυρίως αν)
αυτό απαιτεί την ενεργό «συμμετοχή» του αναγνώστη στο σκηνικό της κάθε
ιστορίας, κάτι που αποτελεί το ευκταίον κάθε γραφής· άλλωστε, γνωστό αυτό, όσα
γράφονται δεν τελειώνουν ποτέ με την καταληκτική τελεία, αλλά παραμένουν
ανοιχτά σε κάθε νέα ανάγνωση, ακόμα και
του ίδιου του δημιουργού τους.
Στην προηγούμενη συλλογή της
(Ασκήσεις αντοχής στον χρόνο, Κίχλη,
2021) αναμετρήθηκε με τον χρόνο που ρέει ασταμάτητα, έχοντας βάλει αντέρεισμα
τη μνήμη που αντέχει, που κατορθώνει να αντιμάχεται τη λήθη, να καθυστερεί τη
φθορά. Τώρα, σε μια φυσική συνέχεια (και με την εύγλωττη συνδρομή της κλεψύδρας
στο εξώφυλλο), η επισήμανση στον «καιρό που επιμένει» παραπέμπει περισσότερο στη
γραφή της που επιμένει να παλεύει τον χρόνο, να τον φέρνει στα μέτρα της, να
μοιράζεται έναν λόγο αισιόδοξο και παρηγορητικό.
Επιλέγω δύο από τα κείμενα
αυτού του βιβλίου, για άλλο λόγο το καθένα.
Το πρώτο, γιατί μέσα σε
μόλις λίγες λέξεις δίνει τη δική της «κλεψύδρα», τη δική της αίσθηση για τη ροή
του χρόνου και τη συνακόλουθη ρέουσα επίσης σειρά διαδοχικών θανάτων:
Παλιότερα πίστευα ότι ο άνθρωπος πεθαίνει μόλις
σταματήσει η μνήμη. καθώς περνούν τα χρόνια, αναθεωρώ. Ο άνθρωπος υφίσταται
πολλούς, διαδοχικούς θανάτους. Μεγάλο μερίδιο ευθύνης γι’ αυτό έχουν οι
αισθήσεις. Όταν δεν βλέπει κανείς την ομορφιά ή την ασχήμια, όταν δεν ακούει το
τιτίβισμα των πουλιών ή τις κόρνες των αυτοκινήτων, όταν η όσφρηση δεν
ξεχωρίζει μυρωδιές, όταν η γεύση δεν αναγνωρίζει τη νοστιμιά, αλλά κυρίως όταν
η αφή χάνεται από τα ακροδάχτυλα της παλάμης, «η αφή, η ακριβεστάτη αίσθηση»,
όπως έλεγε ο Αριστοτέλης… Όλες αυτές τις φορές ο άνθρωπος υφίσταται έναν θάνατο. («Διαδοχικοί θάνατοι»).
Το δεύτερο, γιατί
αποτυπώνει, συνδυάζοντας τον δικό της λόγο με αυτόν του Αλμπέρ Καμύ, με τόση
ακρίβεια την έννοια της γοητείας. Δεν θα έβρισκα πιο κατάλληλο κείμενο για να
απαντήσει στην ερώτηση «γιατί αρέσει η γραφή της Μαρίας Στασινοπούλου;»:
Δεν ήξερε τι ακριβώς είναι η γοητεία. Εκείνο που
απολάμβανε όμως από τότε που κατάλαβε τον εαυτό του ήταν η διάθεση των φίλων να
τον εξυπηρετούν και να είναι πλάι του στις δύσκολες στιγμές. Και ήρθε το
τσιτάτο απ’ τον Καμύ, ο οποίος και άλλες φορές τού είχε δώσει λύσεις: «Γοητεία
είναι ένας τρόπος να παίρνεις την απάντηση “ναι”, χωρίς να έχεις κάνει κάποια
ερώτηση». («Γοητεία»).
Διώνη Δημητριάδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου