Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2020

Η μνηστή του βασιλιά Ε.Τ.Α. Χόφμαν μετάφραση – επίμετρο: Εύη Μαυρομμάτη εκδόσεις Κίχλη η πρώτη δημοσίευση στην Bookpreess


Η μνηστή του βασιλιά

Ε.Τ.Α. Χόφμαν

μετάφραση – επίμετρο: Εύη Μαυρομμάτη

εκδόσεις Κίχλη

η πρώτη δημοσίευση  στην Bookpreess
https://www.bookpress.gr/kritikes/xeni-pezografia/hoffmann-eta-kichli-i-mnisti-tou-basilia-dioni-dimitriadou?fbclid=IwAR1klfP33q7QF4LZHexUC5Kdy6ku5Yt6QeMWTNywgPpCpsXbrl5x0rOUnIM



Ένα παραμύθι σχεδιασμένο εκ του φυσικού

Ένα παραμύθι σχεδιασμένο εκ του φυσικού. Αυτός είναι ο υπότιτλος που επιλέγεται από τον Χόφμαν για την ιστορία του. Μια σύζευξη του κόσμου του παραμυθιού με τον φυσικό κόσμο. Επιχειρεί, έτσι, μια διαφορετική ματιά στη γραφή των παραμυθιών. Το παραμύθι αποτελεί έναν ιδιοφυή τρόπο εισχώρησης στην πραγματικότητα με τη χρήση εξωλογικών στοιχείων που (άλλοτε διάσπαρτα και άλλοτε κυρίαρχα από την αρχή ως το τέλος) προσδίδουν στον ρεαλιστικό κόσμο ένα προσωπείο εν μέρει παραπλανητικό, ωστόσο σαφές ως προς τα όρια που καλούμαστε να υπερβούμε, αν φυσικά βρεθεί η γέφυρα που ενώνει τις δύο εκδοχές της πραγματικότητας – απαραίτητη συνθήκη για να λειτουργήσει η πρόσβαση στον παραμυθιακό κόσμο είναι η υπέρβαση της λογικής σφαίρας και η ανάδειξη της άλλης όχθης του συνειδητού.

Στηριγμένος σ’ αυτό ακριβώς ως αφετηρία ο Χόφμαν, δηλαδή στην πεποίθηση για την ισχύ του υποσυνειδήτου (που όσο αγαπά να κρύβεται τόσο μεγαλώνει η αληθινή του δύναμη) θέλησε να δώσει παράλληλα με αυτό στις ιστορίες του μια ρεαλιστική χροιά, προκειμένου να διευκολυνθεί η πρόσβαση του αναγνώστη στις πιο κρύφιες επιθυμίες, στις πιο καλά κρυμμένες όψεις του εσωτερικού κόσμου. Η μείξη των δύο (συνειδητού και υποσυνειδήτου) προσδίδει στις ιστορίες του ένα ευρύ πεδίο προβληματισμού πάνω στην πραγματική ζωή και έναν φιλοσοφικό στοχασμό που τις διακρίνει από όσες μένουν απλώς στη λειτουργία του φανταστικού στοιχείου. Χαρακτηριστικό, όμως, της γραφής του είναι και η ευρεία ανάμειξη του κωμικού στοιχείου –συχνά ως απρόσμενη εισβολή δίπλα στην τραγικότητα της πλοκής– που συνιστά ίσως την αντίδραση της ανθρώπινης λογικής (με την πεπερασμένη δυνατότητα) απέναντι σ’ αυτό που αντιλαμβάνεται ως παραλογισμό του φυσικού κόσμου· μια αντίδραση που άλλοτε  εκδηλώνεται ως άμυνα και άλλοτε ως επίθεση, και στις δύο περιπτώσεις με έκδηλη την αδυναμία εξήγησης των φυσικών δυνάμεων, που αναδεικνύονται ισχυρότερες. Ενδιαφέρουσα η άποψη του Μπωντλαίρ (μεγάλου υποστηρικτή της γραφής του Χόφμαν): Όταν ο Χόφμαν κυοφορεί το απόλυτο κωμικό, έχει πλήρη επίγνωση του πράγματος· γνωρίζει όμως επίσης ότι η ουσία αυτού του κωμικού είδους είναι να φαίνεται πως δεν έχει συνείδηση του εαυτού του.

Η Μνηστή του βασιλιά κυκλοφόρησε το 1821, ενταγμένη σε μια συλλογή ιστοριών γραμμένων είτε με σοβαρότητα είτε με κωμική διάθεση, όλες όμως με μικρές ή ισχυρές δόσεις παραλόγου, μοιρασμένες σε τέσσερις τόμους. Στο τέλος του καθενός ο Χόφμαν πρόσθετε ένα παραμύθι ενοποιητικό των διαφορετικών ιστοριών και εξισορροπητικό προς όποια αίσθηση τραγικότητας είχε ίσως δημιουργηθεί. Το συγκεκριμένο παραμύθι ολοκληρώνει όλο το έργο, καθώς κλείνει τον τέταρτο και τελευταίο τόμο, επιτυγχάνοντας την τέλεια ισορροπία ανάμεσα στον πραγματικό και τον φανταστικό κόσμο, στοιχείο που διαφοροποιεί τον συγγραφέα από την κυρίαρχη τάση του κινήματος του ρομαντισμού (στο οποίο εντάσσεται) καθώς επιτρέπει περισσότερα στοιχεία λογικής να παρεισφρήσουν και να αποδώσουν πληρέστερα το μυθοπλαστικό τοπίο που επινοεί. Ο Χόφμαν ξεκινά από την αποτύπωση του πραγματικού κόσμου, όπως τον προσλαμβάνουν οι αισθήσεις και κατόπιν αφήνει να διεισδύσουν σ’ αυτόν τα φανταστικά (εξωλογικά και υπερφυσικά) στοιχεία. Η συνύπαρξη των δύο κόσμων ενισχύει την αίσθηση του παραλόγου και γεννά το κωμικό στοιχείο (με στοιχεία σάτιρας και ειρωνείας) που αποβαίνει απολύτως απελευθερωτικό της ταραγμένης συνείδησης ήρωα και αναγνώστη. Το όλο σκηνικό που επινοεί ο Χόφμαν δεν αιφνιδιάζει τον αναγνώστη του, από τη στιγμή που η πλοκή της ιστορίας και οι χαρακτήρες, όπως εξελίσσονται μέσα της, ακολουθούν τον βασικό αξιακό κώδικα των παραμυθιών: περιπέτεια των ηρώων μέσα από εναλλαγές της τύχης, αποκατάσταση της αρμονίας και της τάξης του κόσμου, θρίαμβος των δυνάμεων του Καλού καθώς και εξαφάνιση των δυνάμεων που το αντιστρατεύονται. Οι αναλυτικές επικεφαλίδες των κεφαλαίων (κατά τα ειωθότα της εποχής) όχι μόνο  προετοιμάζουν για την εξέλιξη της πλοκής αλλά και εν μέρει σχολιάζουν τα τεκταινόμενα με ψήγματα ηθικού λόγου. Ο τρόπος, ωστόσο, που όλα αυτά τα πραγματεύεται μέσα στην ιστορία του ο συγγραφέας, καθιστά τη Μνηστή του βασιλιά μοναδική στην πρωτοτυπία της, γεγονός που ενισχύει την άποψη πως ο Χόφμαν ήταν μπροστά από την εποχή του – παρακινδυνευμένο ίσως να πούμε πως προαναγγέλλει  το κίνημα του Μοντερνισμού, όμως αναγνωρίζονται στοιχεία του μέσα στο έργο του.  


Οι ήρωες της ιστορίας, η νεαρή Αννούλα, ο πατέρας της Ντάπζουλ φον Τσάμπελταου και ο αρραβωνιαστικός της Αμάνδο φον Νέμπελστερν, θα μεταπηδήσουν αιφνιδίως από τον πραγματικό κόσμο σε έναν κόσμο εξωλογικό μέσα από τη δύναμη ενός μαγικού (αλλά και δαιμονικού) δαχτυλιδιού· θα νιώσουν εγκλωβισμένοι και αδύναμοι να αντιδράσουν μπροστά σε εξελίξεις που ανατρέπουν την ως τότε ευτυχία τους. Εικόνες, χρώματα, φιγούρες εξωπραγματικές και τρομερές στη μορφή τους αλλά και στην ιδέα του Κακού που εκπροσωπούν, συνιστούν το νέο περιβάλλον στο οποίο βρίσκονται οι ήρωες χωρίς τη θέλησή τους. Όλα όμως, θα αποκατασταθούν (με τον ίδιο μαγικό τρόπο που διασαλεύθηκαν) και  οι ήρωες θα βγουν από την περιπέτειά τους με τη συνακόλουθη σοφία ως προς τις αληθινές αξίες της ζωής και τις προτεραιότητές τους.

Η αξιοπερίεργη, σχεδόν απίστευτη επίδραση που είχε αυτό το ατύχημα επάνω στο ζευγάρι φάνηκε πολύ σύντομα. Κατά έναν περίεργο τρόπο άλλαξαν και οι δυο τους μυαλά. Η δεσποινίς Αννούλα δεν ήθελε πλέον με τίποτα να πιάνει στα χέρια της το φτυάρι και εξουσίαζε σαν αληθινή βασίλισσα το βασίλειο των λαχανικών, διότι μεριμνούσε μεν με όλη της την αγάπη ώστε οι υπήκόοι της να λαμβάνουν τη φροντίδα και την περιποίηση που τους έπρεπε, αλλά η ίδια δεν κουνούσε ούτε το μικρό της δαχτυλάκι, παρά είχε αναθέσει αυτή τη δουλειά σε έμπιστες υπηρέτριες.  Από την άλλη, ο κύριος Αμάνδος φον Νέμπελστερν άρχισε να πιστεύει πως όλα όσα είχε γράψει, όλα τα ποιητικά του εγχειρήματα, ήταν άκρως βλακώδη και εξωφρενικά και εμβάθυνε στα έργα των μεγάλων, αληθινών ποιητών των παλαιότερων και των νεότερων χρόνων, με αποτέλεσμα η ψυχή του να γεμίσει με λυτρωτικό ενθουσιασμό και να μην απομείνει καθόλου χώρος για σκέψεις σχετικά με το εγώ του.

Η Μνηστή του βασιλιά κυκλοφορεί από την Κίχλη με τη γνωστή καλαισθησία των εκδόσεων, με εξώφυλλο και ένα σχέδιο φιλοτεχνημένα από την Εύη Τσακνιά, στην καλή μετάφραση από την Εύη Μαυρομμάτη, η οποία γράφει και τις διευκρινιστικές Σημειώσεις καθώς και το πολύ κατατοπιστικό Επίμετρο.

Διώνη Δημητριάδου


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου