Από ξενομπάτης Γκάγκαρος
Σχόλια
στον Μακρυγιάννη
Μ. Ζ. Κοπιδάκης
εκδόσεις Θίνες & Τήνελλα
η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal
στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ
ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ΛΕΞΕΙΣ | Το ιδεολόγημα του «μακρυγιαννισμού» • Fractal
Το ιδεολόγημα του «μακρυγιαννισμού»
Αν το ιδεολόγημα ως όρος
εμπεριέχει την έννοια της αυθαιρεσίας, καθώς μόνον έτσι χειρίζεται την
ιδεολογία προς ίδιον σκοπόν, κατανοούμε τον τρόπο που η μορφή του Στρατηγού
Μακρυγιάννη (τόσο ως βίος όσο και ως κείμενα) μέχρι σήμερα υφίσταται χρήση και
(κυρίως) κατάχρηση, ενίοτε αναγόμενη στη
θέση συμβόλου. Ο Ομότιμος Καθηγητής Μ. Ζ. Κοπιδάκης δεν είναι η πρώτη φορά που
ασχολείται με τον Μακρυγιάννη, επιχειρώντας να αναδείξει το αληθινό του πρόσωπο
αλλά και την «αλήθεια» του έργου του. Άλλωστε έχει συμπεριλάβει τον Μακρυγιάννη
στην Ανθολόγηση κειμένων από τον Όμηρο ώς τον Ελύτη («Εν λόγω ελληνικώ», Ο.Τ.Ε., 1999, 2η αναθεωρημένη
έκδοση, Ίκαρος, 2003), θεωρώντας πως σε έναν ιδανικό «ελάχιστον ελληνισμού
Κανόνα» θα είχε οπωσδήποτε θέση η γραφή του εύψυχου και όψιμα μυημένου στα
γράμματα (αυτού «του πώποτε μη αναγνώσαντος») ρουμελιώτη.
Σε μια ολιγοσέλιδη
έκδοση-«καρφίτσα» από τις Θίνες ο Κοπιδάκης γράφει δύο κείμενα, ως σχόλια στον
Μακρυγιάννη, όπως δηλοί ο υπότιτλος.
Στο πρώτο («Από ξενομπάτης Γκάγκαρος»)
παρουσιάζει τον αγώνα για κοινωνική καταξίωση, τον τρόπο, δηλαδή, που ο «άξεστος»
ξενομπάτης Ιωάννης Τριανταφύλλου ή Τριανταφυλλοδημήτρης (με το παρωνύμιο
Μακρυγιάννης) έφθασε από το χωριό του, το Αβορίτι Φωκίδος, στην περιώνυμη
Αθήνα, θαμπώθηκε από το κάλλος και τη φήμη της, εγκαταστάθηκε (γίνηκε δηλαδή κι
αυτός «Γκάγκαρος»), αγωνίστηκε για την Αθήνα και τα περίχωρά της, λαβώθηκε σε
μάχες, απέκτησε περιουσία, έφθασε να εκπροσωπήσει τον λαό της ως δημοτικός
σύμβουλος και να πρωτοστατήσει στην Επανάσταση της 3ης του Σεπτέμβρη
1843. Λησμονήθηκε, βέβαια, μετά τον θάνατό του, για να εξιδανικευθεί και να
μυθοποιηθεί μετά τη δημοσίευση των Απομνημονευμάτων
του από τον Γιάννη Βλαχογιάννη το 1907.
Στο δεύτερο («Τραγούδια με τη συνωδεία ταμπουρά – Σχόλια στον Μακρυγιαννισμό του Γιώργου Κόκκινου») σχολιάζει τη μονογραφία του Γιώργου Κόκκινου (Ο Μακρυγιαννισμός – Τραγούδια για τον Μακρυγιάννη, Θίνες, 2022), για το ιδεολόγημα του «μακρυγιαννισμού», τις ρίζες του, τη σταδιακή μυθοποίηση του Μακρυγιάννη (ως συμβόλου πλέον), μέσα από τον συνδυασμό της ιδεολογικής κριτικής, των πολιτισμικών σπουδών και της διανοητικής ιστορίας (Intellectual History, που εξετάζει τις ιδέες εντός του πλαισίου των πολιτικών, κοινωνικών, πολιτισμικών και ιστορικών συγκειμένων τους και συνθηκών) του τρόπου, δηλαδή, με τον οποίο εργάστηκε ο μελετητής Γιώργος Κόκκινος για να δείξει την ιδεολογική χρήση των γραπτών του Μακρυγιάννη. Ο Κοπιδάκης εστιάζει στο εγχείρημα του Κόκκινου να ερμηνεύσει ποιήματα και στίχους τραγουδιών, που πίσω τους ανιχνεύεται η επιρροή της μορφής του Μακρυγιάννη (με έμμεσο ή άμεσο τρόπο), κυρίως, όμως, η αίσθηση που διαιωνίζεται στη συλλογική μας συνείδηση (και γίνεται εμφανής μέσα από τους στίχους και τη χρήση τους, ή την κατάχρησή τους καλύτερα) για την αδιάσπαστη συνέχεια του ελληνισμού, την απρόσκοπτη διαιώνιση του εθνικού ιδεώδους· κι ας καθιστά όλο αυτό ακόμη ένα εθνικό ιδεολόγημα.
Απολαυστικό και ως ανάγνωσμα
πλέον και όχι μόνον ως μελέτημα αυτό το δεύτερο μέρος του βιβλίου του Κοπιδάκη,
θα εστιάσει στο φαινόμενο της οικειοποίησης μιας φράσης (για παράδειγμα στην
πολιτική) στη διαστρέβλωσή της ή στη λανθασμένη ερμηνεία της, προκειμένου να
εξυπηρετηθεί η επικοινωνία με το πλατύ κοινό (οπαδούς) ενός κόμματος.
Ο Μάνος Ελευθερίου είχε κάποτε δηλώσει ότι το τραγούδι
«Θα σε ξανάβρω στους μπαξέδες» δεν είχε καμία σχέση με το ΠΑΣΟΚ. Άδικος κόπος.
Ο απλός οπαδός, ο στρατιώτης της αλλαγής, μέσα στον ενθουσιασμό του αλλά και ο
πονηρός αγκιτάτορας από υπολογισμό συνέχεαν τη «Διακήρυξη της 3ης
του Σεπτέμβρη» με την επανάσταση του 1843. Πάλι καλά, γιατί αν ερευνούσαν το
αρχειακό υλικό θα ανακάλυπταν ότι ανάμεσα στους επαναστάτες που είχαν
συναθροισθεί την παραμονή του κινήματος στο σπίτι του Μακρυγιάννη ήταν και
κάποιος που ονομαζόταν κατά σατανική σύμπτωση Ανδρέας Παπανδρέας! (σ. 27).
Και ένα σχόλιο
εξω-κειμενικό: αυτό το μικρό αλλά τόσο αξιόλογο βιβλιαράκι των καλών εκδόσεων
Θίνες & Τήνελλα (σε επιμέλεια του Νίκου Διονυσόπουλου και σχέδια της
Φωτεινής Στεφανίδη) πόσοι, αλήθεια, το πρόσεξαν; Αν θεωρήσουμε πως απευθύνεται
σε ένα πολύ εξειδικευμένο αναγνωστικό κοινό, θα κάνουμε λάθος. Ο τρόπος που ο
Κοπιδάκης προσεγγίζει στα δύο κείμενά του το θέμα του, καθιστά το ανάγνωσμα εύκολα
προσεγγίσιμο από τον καθένα, και στην ουσία πολύτιμο. Έστω. Ας δεχθούμε την
άποψη του συγγραφέα και κριτικού Arnold
Bennett που πίστευε ότι τα λογοτεχνικά εύσημα αποδίδει πάντα
η μειονότητα που ενδιαφέρεται αταλάντευτα για τη λογοτεχνία, και όχι η ομόφωνη
κρίση και η επιδοκιμασία όλων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου