Alexis de Tocqueville
Δύο εβδομάδες στο τελευταίο σύνορο
Μετάφραση: Έφη
Κορομηλά
Επίμετρο: Δημήτρης Π.
Σωτηρόπουλος
Εκδόσεις Στερέωμα
η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr
Alexis de Tocqueville: «Δύο εβδομάδες στο τελευταίο σύνορο» (diastixo.gr)
«Πενήντα μόνο λεύγες χωρίζουν τούτη τη μοναξιά από
τους μεγάλους ευρωπαϊκούς οικισμούς. Είμαστε ίσως οι τελευταίοι ταξιδιώτες που
τους δόθηκε η ευκαιρία να την αντικρίσουν μέσα στην πρωτόγονη μεγαλοπρέπειά
της, τόσο ισχυρή είναι η παρόρμηση που παρασύρει τη λευκή φυλή προς την
ολοκληρωτική κατάκτηση του νέου κόσμου». (σ. 94).
Ένας από αυτούς τους τελευταίους ταξιδιώτες ήταν και ο
Τοκβίλ, όταν μαζί με τον Γκυστάβ ντε Μπωμόν επεχείρησε να υπερβεί το απώτατο
όριο που είχε τότε φθάσει ο ευρωπαϊκός πολιτισμός στην Αμερική, τον νέο κόσμο
που σιγά σιγά εγκαταλειπόταν στις αδηφάγες ορέξεις των αποίκων του. Οι
εντυπώσεις του (ένα μικρό ταξιδιωτικό χρονικό γεμάτο από κυρίως κοινωνικά και
ανθρωπολογικά αλλά και κάποια πολιτικά σχόλια) καταγράφονταν στο σημειωματάριο
που κρατούσε, πάνω στο ποταμόπλοιο «Σουπίριορ» που μετέφερε τους δύο φίλους
προς τις Μεγάλες Λίμνες, τον Αύγουστο του 1831, αποτελώντας έτσι μια
ακατέργαστη πρώτη θεώρηση όσων εν μέρει έκπληκτος, εν μέρει ανήσυχος
συναντούσε.
Στην ουσία δύο είναι οι πόλοι που ορίζουν τις εντυπώσεις του. Από τη μια, η σταδιακή εξαθλίωση των γηγενών κατοίκων, των Ινδιάνων, που μοιάζει να έχουν απορροφηθεί από τους επελαύνοντες Ευρωπαίους και τον δυτικό τους πολιτισμό, χάνοντας τα στοιχεία της δικής τους ταυτότητας, φτιάχνοντας μια υβριδική, συγκεχυμένη εικόνα του εαυτού τους. Από την άλλη, τα χαρακτηριστικά των νέων αποίκων που, χωρίς κανέναν ηθικό φραγμό, βάζουν τη σφραγίδα τους στον παλαιό κόσμο, καταστρέφοντας ό,τι ώς τώρα τον χαρακτήριζε. Κατ’ αναγκαιότητα, θα αλλάξει και η δική τους προσωπικότητα, καθώς μόνο με σκληρότητα και μοναδικό γνώμονα το ατομικό κέρδος θα κατορθώσουν να επιβληθούν σε έναν κόσμο γεμάτο από προκλήσεις. Ο Τοκβίλ θα εντυπωσιαστεί από την αλλαγή οπτικής για τον κόσμο που πλέον, σ’ αυτά τα απώτερα όρια, τα πιο άγρια της Αμερικής, πρέπει να υιοθετήσει ο «πολιτισμένος» Άγγλος ή Γάλλος. Κάποιοι θα προσαρμοστούν, κάποιοι θα εναντιωθούν και θα θελήσουν να αλλάξουν την αγριότητα του τοπίου μεταφέροντας στην παρθένα φύση τα «αγαθά» του δυτικού πολιτισμού, καταστρέφοντας και αλλοιώνοντας τη φυσιογνωμία του χώρου και απορροφώντας ό,τι πιο γνήσιο και αυθεντικό χαρακτήριζε τους πρώτους κατοίκους του. Θα μπορούσαμε να πούμε πως με τον τρόπο αυτό σμιλεύθηκε αργά μα σταθερά ο (τόσο αναγνωρίσιμος κατόπιν και μέχρι σήμερα) τύπος του Αμερικανού πολίτη. Έχει ενδιαφέρον το σχετικό σχόλιο του Δημήτρη Σωτηρόπουλου στο Επίμετρο (κείμενο κατατοπιστικό όσο και γραμμένο με «ψυχή») για το στερεότυπο του σύγχρονου Αμερικανού: «εργατικότητα, πεισματική επιμονή προκειμένου να καταφέρνεις να σηκώνεσαι κάθε φορά που πέφτεις, προσήλωση στον στόχο, προσαρμοστικότητα, μετάθεση της ηδονής στο επέκεινα και θρησκευτική εγκαρτέρηση (ακόμα και αν δεν είσαι πιστός), αλλά πάνω από όλα ατομικιστικό και κερδοσκοπικό πνεύμα». (σ. 112).
Ενδιαφέρουσες είναι και οι παρατηρήσεις του Τοκβίλ για
τους μιγάδες, τους ανθρώπους μιας αναπόφευκτης ένωσης των δύο πολιτισμών, των
δύο κόσμων. Παιδιά δύο φυλών, με στοιχεία από δύο γλώσσες, με διαφορετικά
συγκρουόμενα ήθη, με αντιφατικές θρησκευτικές πεποιθήσεις, ανάμεσα στην πίστη για τον Λυτρωτή του κόσμου και στα
φυλαχτά των μάγων της φυλής τους, αδυνατούν να κατανοήσουν και οι ίδιοι τον
εαυτό τους. Θα περάσει πολύς καιρός για να ενταχθούν (στον βαθμό, βέβαια, που
αυτό θα επιτευχθεί απρόσκοπτα) στη νέα κοινωνία που δημιουργήθηκε.
Πολιτικός στοχαστής και ιστορικός, οπαδός του
φιλελευθερισμού ο Τοκβίλ, θα φέρει στη σκέψη του, καθώς ατενίζει τον Αύγουστο
του 1831 το μοναχικό τοπίο στον βορρά της αμερικανικής γης, την εξημμένη
ατμόσφαιρα της Επανάστασης του 1830, που μόλις έναν χρόνο πριν έφερε την πιο
φιλελεύθερη εκδοχή της συνταγματικής μοναρχίας υπό τον βασιλιά
Λουδοβίκο-Φίλιππο. Με τη σκέψη αυτή, της έντονης αντίθεσης, κλείνει και τις
σημειώσεις του.
Το κείμενο του Τοκβίλ, συγκινεί όπως μια άμεση και
ακατέργαστη, αυθεντική πρώτη μαρτυρία, και μάλιστα σε μια πολύ προσεγμένη
απόδοση στην ελληνική γλώσσα από την έμπειρη Έφη Κορομηλά. Διατηρώ ως τελικό
απόηχο της ενδιαφέρουσας ανάγνωσης την αίσθηση της ανησυχίας ή ακόμη και του
φόβου που ένιωσε, όταν συνειδητοποίησε την ουσία της επικείμενης πλήρους
αλλοίωσης της φυσιογνωμίας των αμερικανικών τόπων: «Αισθάνεσαι περήφανος που είσαι
άνθρωπος και ταυτόχρονα νιώθεις πικρή μεταμέλεια για την εξουσία που σου
παραχώρησε ο Θεός πάνω στη φύση. Η ψυχή ταράζεται από ιδέες, από αντικρουόμενα
συναισθήματα, αλλά όλες οι εντυπώσεις που δέχεται είναι συγκλονιστικές και
αφήνουν βαθιά σημάδια». (σ. 94). Από τη μια το άγριο μεγαλείο του φυσικού
τοπίου να βρίσκεται υπό απειλή, και από την άλλη ο πολιτισμός, να θριαμβεύει
ακριβώς γιατί πρώτα καταστρέφει. Και ο άνθρωπος να συνειδητοποιεί την ευθύνη
που του αναλογεί.
Διώνη Δημητριάδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου