Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2020

Ανθολογία σύγχρονης κουρδικής ποίησης Έρευνα, επιλογή, πρόλογος, επιμέλεια και μετάφραση από τα κουρδικά: Τζεμίλ Τουράν Μπαζιντί ΑΩ εκδόσεις η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal

 

Ανθολογία σύγχρονης κουρδικής ποίησης

Έρευνα, επιλογή, πρόλογος, επιμέλεια και μετάφραση από τα

 κουρδικά: Τζεμίλ Τουράν Μπαζιντί

ΑΩ εκδόσεις

η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal

 https://www.fractalart.gr/anthologia-sygchronis-koyrdikis-poiisis/


Ποιήματα που καίνε –Η αληθινή καρδιά του Κουρδιστάν

Ήμασταν εκατομμύρια/Ήμασταν αιωνόβια δέντρα/ήμασταν βλαστάρια/ήμασταν σπόροι./Από της Άγκυρας το κράνος/ήρθαν την αυγή/μας ξερίζωσαν […] Όμως εγώ το ξέρω/όπως κι εσύ το ξέρεις/όσο υπάρχει έστω κι ένας σπόρος μοναχά/για τη βροχή και για τον άνεμο/το δάσος δεν θα τελειώσει ποτέ. (Σέρκο Μπέκες, Οι σπόροι, 20 Σεπτεμβρίου 1987, Στοκχόλμη)

Οι παραπάνω στίχοι του Σέρκο Μπέκες, ενός από τους διασημότερους Κούρδους ποιητές, συνοψίζουν το περιεχόμενο της σύγχρονης κουρδικής ποίησης, γραμμένης από ποιητές που βρήκαν το πεδίο της ποιητικής δημιουργίας πρόσφορο για να δηλώσουν ταυτόχρονα ποιητές και αγωνιστές της απελευθέρωσης του λαού τους. Πολύτιμη η ανθολόγηση από τον Τζεμίλ Τουράν, έναν αγωνιστή της πρώτης γραμμής για το κουρδικό κίνημα, που κυνηγημένος ζήτησε άσυλο στη χώρα μας το 1984 και που έκτοτε ζει και εργάζεται εδώ, Έλληνας πολίτης, με άψογη χρήση της ελληνικής γλώσσας, στην οποία και μεταφράζει τους Κούρδους ποιητές.

Στον εξαιρετικό του πρόλογο ο Τουράν παρουσιάζει εν συνόψει την πορεία του λαού του στον πολιτισμό, με όχημα τον ποιητικό λόγο, επιτρέποντας έτσι μια θέα σε ένα διαφορετικό τοπίο από αυτό που έχουμε συνηθίσει  μιλώντας για τον σκληροτράχηλο λαό που ήξερε πάντα να αγωνίζεται. Από τα μοιρολόγια (ραψωδίες), τον μύθο του Μεμ-ε Αλάν, που πέρασε από την προφορική παράδοση πολλών γενιών για να πάρει μορφή γραπτού λόγου ως επικό ερωτικό δράμα στα χέρια του Εχμεντέ Χανί (1650-1707). Αλλά και άλλοι, κλασικοί Κούρδοι ραψωδοί που όμως, περιορισμένοι από τις Αυλές όπου σύχναζαν οι ποιητές της εποχής, δεν γνώρισαν τη διάκριση που τους έπρεπε. Σήμερα, κάτω από τις απαγορεύσεις που υφίσταται η κουρδική γλώσσα αλλά και λόγω του διαμελισμού του Κουρδιστάν σε τέσσερις χώρες (Ιράκ, Ιράν, Τουρκία, Συρία), πάλι η διάκριση υπολείπεται της αξίας τους.


Στην ανθολογία του ο Τουράν επέλεξε 19 σύγχρονους ποιητές με κριτήριο –εκτός φυσικά από την αξία ενός εκάστου– την απελευθέρωσή τους, όπως λέει, από την παλιά παράδοση της κουρδικής ποίησης επιδιώκοντας έτσι να δώσει καθαρότερη τη σημερινή εικόνα καθιστώντας περισσότερο προσιτό το αποτέλεσμα για τον αναγνώστη. Οι ποιητές προέρχονται και από τα τέσσερα τμήματα του Κουρδιστάν απηχώντας τις ιδιαίτερες συνθήκες που υπαγόρευε το κάθε καθεστώς – από τη μερική ανοχή ως τις ανηλεείς διώξεις που συχνά οδήγησαν τους δημιουργούς στην εξορία. Πολιτικοποιημένοι όλοι οι ποιητές που ανθολογούνται, μάλιστα κάποιοι ενταγμένοι ενεργά στον κουρδικό αγώνα ως πολιτικά πρόσωπα ή άλλοι ως αντάρτες/πεσμεργκά, πληρώνοντας ο καθένας τη συμμετοχή του με διώξεις, φυλακίσεις, βασανιστήρια, εξορία. Διαβάζοντας την ποίηση αυτή, σε συνδυασμό με τα πολύ κατατοπιστικά βιογραφικά σημειώματα που παραθέτει ο ανθολόγος-μεταφραστής, κατανοούμε τη θεματική που χαρακτηρίζει την κουρδική ποίηση:  αγώνας για την απελευθέρωση,  αγάπη για το Κουρδιστάν, θαυμασμός για τους αντάρτες,  νοσταλγία για τη φύση της πατρίδας,  καημός της εξορίας. Ακόμα κι η ανάσα μου ήταν υπό δίωξη, γράφει ο ποιητής Αμπντουλά Πασέβ. Κι όμως, σ’ αυτή τη συγκεκριμένη θεματική χωρά το επαναστατικό πνεύμα όπου γης, έτσι όπως ο άνθρωπος που διψά για τη δική του ελευθερία ξέρει να αγκαλιάζει όλους τους καταπιεσμένους, όπου κι αν βρίσκονται, όποια γλώσσα κι αν μιλούν. Γι’ αυτό τον λόγο το έργο του Τουράν είναι ακόμη σημαντικότερο, καθώς ανοίγει τον ορίζοντα όχι μόνο για να κατανοήσουμε καλύτερα την ανάγκη του κουρδικού λαού για την ελευθερία αλλά για να ανακαλύψουμε μέσα σ’ αυτή την ποίηση το επαναστατικό πνεύμα σε όλα τα μέρη της γης. Στο ποίημά του, αφιερωμένο στον Αφροαμερικανό ακτιβιστή/αγωνιστή Πολ Ρόμπσον, ο Τζιγερχούν (εθνικός ποιητής των Κούρδων) θα γράψει: […] Έι, σύντροφε Ρόμπσον/Δεν είναι μόνο οι μαύροι κάτω από τον ζυγό./Τι σημασία έχει αν έχουμε λευκό δέρμα, κι εμείς είμαστε απογοητευμένοι:/Καταπιεσμένοι, /άμοιροι, κακότυχοι, ταλαιπωρημένοι/Πεινασμένοι και γυμνοί, άρρωστοι και λιμασμένοι ψάχνουμε τα σκουπίδια/Ποια είναι η αμαρτία μας, το έγκλημά μας;/Είμαστε φυλακισμένοι χωρίς λόγο./Υποδουλώθηκαν οι Κούρδοι και οι Άραβες,/οι Νέγροι, οι Ινδοί και όλοι οι απόκληροι./Αυτό το σύστημα, αυτό το κατεστημένο!/Αυτό το καθεστώς των αγρίων είναι θεόστραβο,/είναι φασιστικό και μας συνθλίβει! (Σύντροφε Πολ Ρόμπσον). Έτσι, μέσα σ’ αυτούς τους στίχους ενσωματώνει και ενοποιεί κάθε κίνημα απελευθέρωσης ξεπερνώντας κατά πολύ τον ορίζοντα του κουρδικού αγώνα που αποτέλεσε την αρχική του αφορμή.

Στο τέλος του βιβλίου παρατίθεται η συνέντευξη που έδωσε στον Τζεμίλ Τουράν ο ποιητής Σέρκο Μπέκες, ο «ευαίσθητος αντάρτης». Εδώ ένα απόσπασμα που δείχνει πώς συνυπάρχει η ποίηση με τον ένοπλο αγώνα, το αντάρτικο: Αυτό που ζούσα έγραφα, αυτή η «ταγμένη» ζωή ήταν η έμπνευσή μου. Τα ποιήματά μου πήραν το χρώμα και το άρωμα του αγώνα των πεσμεργκά. Δύσκολη, αλλά ηρωική πορεία ζωής, με πόνο, αίμα, θυσία. Κάθε στιγμή στο βουνό ήταν γεμάτη από συναισθήματα. Φόβος και ελπίδα, θρήνος και χαρά. Απογοήτευση και ανάταση. Όλα αυτά μαζί με τις μεταμορφώσεις της φύσης, που απλόχερα μας έδινε πότε τη σκληράδα της και πότε μια θεϊκή γλυκύτητα, είναι το καλύτερο υλικό για το μολύβι του ποιητή. (Συνέντευξη του Σέρκο Μπέκες στον Τζεμίλ Τουράν). Αν σκεφτούμε ότι η λέξη πεσμεργκά σημαίνει αυτός που αντικρίζει τον θάνατο, τότε πιο εύκολα κατανοούμε τη σπίθα που ανάβει και μεταπλάθει τον άνθρωπο από αγωνιστή σε ποιητή. Ο Τζεμίλ Τουράν, με τα δικά του αγωνιστικά βιώματα, επιλέγει, μεταφράζει και μας προσφέρει ένα βιβλίο πολύτιμο ανθολογώντας μια ποίηση που φέρει τη σφραγίδα του σκοπού της (αν τελικά επιτρέπει η ποίηση τέτοιο χαρακτηρισμό), τη συνειδητή της ένταξη στον αγώνα του λαού της. Ακόμη, όμως, κι αν τη δούμε αποκομμένη (όσο γίνεται) από την αρχική κοιτίδα της, παραμένει διακριτή στην ευαισθησία της, στον καημό της, στα πανανθρώπινα αιτήματα για μια ζωή βιώσιμη και αξιοπρεπή.

Ο Τουράν στο τέλος του προλογικού του σημειώματος διατυπώνει τη θέση του για την αξία της μεταφρασμένης ποίησης:  […] αναπόφευκτα ο μοναδικός ρυθμός και οι αποχρώσεις της γλώσσας έχουν σχεδόν καταργηθεί στη μετάφραση, αλλά οι αισθήσεις, τα αισθήματα και ο εικόνες πάλλονται ακόμη και μας καλούν να μπούμε στην αληθινή καρδιά του Κουρδιστάν. Έτσι είναι. Κι αυτή είναι η πραγματική αξία αυτού του βιβλίου, που ευτύχησε στις (για μια φορά ακόμη) άψογες ΑΩ εκδόσεις.

Διώνη Δημητριάδου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου