Κυριακή 26 Αυγούστου 2018

Εκεί κάτω στον ουρανό Γεωργία Συλλαίου Εκδόσεις Πόλις η πρωτη δημοσίευση στην Bookpresshttps://www.bookpress.gr/kritikes/elliniki-pezografia/sullaiou-georgia-polis-ekei-kato-ston-ourano-dimitriadou


Εκεί κάτω στον ουρανό
Γεωργία Συλλαίου
Εκδόσεις Πόλις
η πρωτη δημοσίευση στην Bookpresshttps://www.bookpress.gr/kritikes/elliniki-pezografia/sullaiou-georgia-polis-ekei-kato-ston-ourano-dimitriadou





μια δύσκολη διαρκής επιστροφή


Ξεροκαταπίνει και σκύβει το κεφάλι. Είναι πολύ κουρασμένες. Και αυτή και το κοριτσάκι. Δικαιούνται μια ανάπαυλα, ένα χάδι από τον χρόνο. Γνωρίζουν πολύ καλά και οι δύο ότι ο επίλογος έχει ήδη γραφτεί πριν από πολλά καλοκαίρια.

Το βιβλίο της Γεωργίας Συλλαίου «Εκεί κάτω στον ουρανό» θα μπορούσε να είναι μυθιστόρημα αλλά δεν είναι. Όχι μόνο γιατί δεν ακολουθεί τη φόρμα που έχουμε κατά νου, όταν μιλάμε για το είδος της μεγάλης αφήγησης. Πράγματι τα κεφάλαιά του μια χαρά αυτονομούνται, αν το θέλουμε, και διεκδικούν την κατηγοριοποίηση στη μικρή φόρμα, και με πολλές αξιώσεις. Δεν είναι, όμως, ούτε διηγήματα. Συναποτελούν μια ιστορία, η οποία στην ουσία καταργεί τον μύθο και κρατάει την πραγματικότητα, την αλήθεια. Όση αλήθεια μπορεί να κρύβει μέσα της η παραδοχή πως η ενηλικίωση είναι μια μακρά διαδικασία που ίσως δεν τελειούται ποτέ. Και η παιδική ηλικία με τη σειρά της είναι πανταχού παρούσα, πίσω από τη σοβαρότητα ή τη σοβαροφάνεια που συνοδεύει την αμφισβητούμενη ωριμότητα. Το παιδί εμπεριέχει (όπως όλα τα φυσικά όντα κατά την αριστοτελική θεωρία) την εξέλιξή του ως τελικό σκοπό, στον οποίο τείνει προκειμένου να ολοκληρώσει τη φυσική του παρουσία. Το θέμα όμως είναι πόση από την αρχική παιδική μορφή και αίσθηση εξακολουθεί να βιώνει ο ενήλικας.

Θέλω να μείνω στο κεφάλαιο Ημέρα μετά (Επίλογος ΙΙ) καταργώντας την όποια ευθύγραμμη πορεία απαιτεί μια κριτική βιβλίου, ή τη δομή που χαρακτηρίζει επιτυχείς τις καλύτερες από αυτές. Πηγαίνω, έτσι, σε ένα από τα τελευταία κείμενα του βιβλίου, εκεί που αριστουργηματικά στήνεται το απόλυτο σκηνικό της συνειδητοποίησης. Το τραίνο της φυγής, μέσα στο οποίο ταξιδεύουν πρόσωπα σε μείξη ονειρική, ο χρόνος αδιαφορεί για τις όποιες ανθρώπινες μετρήσεις, η ζωή δείχνει την άλλη της όψη (όλα ζωή λογίζονται) και μέσα σε όλο αυτό το παράδοξο τοπίο το άτομο (εδώ η Αντιγόνη της ιστορίας ή η οποιαδήποτε Αντιγόνη της οποιασδήποτε ιστορίας) βρίσκει το νήμα – ίσως όχι την άκρη του, αλλά αυτό δεν έχει καμία απολύτως σημασία.

«Δεν θα σκοτεινιάσει επιτέλους;» ρώτησε απορημένη. «Τώρα το τρένο θα μπει στον ωκεανό», της αποκρίθηκε. Του είπε πως αισθανόταν πάλι πολύ κουρασμένη, πως ήθελε πάλι να κοιμηθεί. «Έτσι είναι η πρώτη μέρα μετά», της απάντησε. «Σιγα σιγά θα συνηθίσετε. Θα δείτε κι άλλα, θα θυμηθείτε πολλά», κατέληξε και, ενώ τα μάτια της έκλειναν, τη σκέπασε προσεκτικά με την τριανταφυλλιά κουβερτούλα που της είχε πλέξει η μητέρα της χρόνια πριν.

Το νήμα αυτό το έψαξε η Αντιγόνη πηγαίνοντας πίσω στον χρόνο και βρήκε πρόσωπα και συμπεριφορές, φιλίες κι έρωτες παιδικούς και νεανικούς, φοβίες που την κράταγαν μακριά από τους άλλους, απόπειρες να συγχρωτισθεί με άλλα περίεργα (όπως αυτή) όντα, επιθυμίες και αποτυχίες, αγάπες και μίση, πρόωρους θανάτους και μνήμες, μνήμες πολλές και βασανιστικές, που όσο τις αναμόχλευε τόσο πονούσαν. Με επιλογή να δοθεί η αφηγηματική φωνή στο τρίτο (απρόσωπο) πρόσωπο, σαν να αφήνεται στα μάτια και στη σκέψη ενός ψυχρού παρατηρητή· με πιο ειλικρινή και αυθεντική φωνή σε πρώτο πρόσωπο μόνο στα ημερολόγια της Αντιγόνης, εκεί που πλέον επιτρέπει πότε ποιητικά και πότε σε πεζή μορφή να ακουστεί μια άλλη αλήθεια – η σχέση με το παιδί μέσα της, όσο και αυτή με τη μητέρα, βασανιστική και ως μνήμη αλλά και ως συμφιλίωση με τη μοίρα.

Γρήγορα, γρήγορα! Γρήγορα πια να τελειώνει αυτή η ιστορία με τις μνήμες […] Σιγά σιγά αρχίζω να διαμορφώνω, δηλαδή να θυμάμαι το μέλλον. Όλα μοιάζουν σαν να έχουν ήδη συμβεί και οι νυχτερινοί μου επισκέπτες είναι παλαιοί αγαπημένοι που επανέρχονται με την παρελθούσα μορφή τους ακόμη πιο ευδιάκριτη κάτω από το φως του παρόντος, που κάθε φορά αστράφτει και περισσότερο εκτοξεύοντας τους σε ένα απροσδιόριστο, αλλά ταυτοχρόνως οικείο, μέλλον.

Όπως καταργείται η ευθύγραμμη χρονική ακολουθία, έτσι και οι χρονικές στιγμές χάνουν την απόλυτη τιμή τους. Το παρελθόν εισβάλλει ορμητικά στο σήμερα για να διεκδικήσει θέση και άποψη για τη διαμόρφωση του μέλλοντος – ένα μέλλον που μπορεί όμως να λειτουργεί και ως θύμηση. Μόνο που για να συμβεί αυτό πρέπει η Αντιγόνη (η όποια Αντιγόνη τέλος πάντων, μια που έχουμε πάρει θέση μέσα στη ιστορία με το προσωπικό μας κόστος) να πάρει τα ηνία στα χέρια της, να ξεδιαλύνει τις παρελθούσες σχέσεις και να προσδιορίσει το ενήλικο παρόν της. Αλλιώς δεν έχει επιλογή:

[…] τα μάτια μου φωσφορίζουν στο σκοτάδι, η τρίχα μου ορθώνεται από άγρια χαρά, ολομόναχη γελάω στο φεγγάρι κι οι μυτεροί μου κυνόδοντες γυαλίζουν. Κι έτσι φεύγω, απογειώνομαι εκεί κάτω στον ουρανό.

Η ανατροπή των δεδομένων ξεκάθαρα προβάλλει μέσα από τη φράση (που δίνει και τον τίτλο στην ιστορία) εκεί κάτω στον ουρανό. Για όποιον πίστεψε ποτέ στα άνω  και υπεράνω αθέατα της ζωής, έρχεται εδώ η αλήθεια: ο ουρανός είναι κάτω, κι έτσι πρέπει να τον δεις, αν θες να απογειωθείς. Η Συλλαίου μας έβαλε μέσα στη ιστορία της, έτσι όπως σιγά σιγά μας εξοικείωσε με κοινές αλήθειες. Αν, λοιπόν, το θέμα είναι το παιδί που έχει ενσωματωθεί ως παρουσία και όχι μόνον ως μνήμη μέσα μας, προτείνει ένα ταξίδι προς τα πίσω, χωρίς να κρατάει τον ειρμό, χωρίς εμφανείς συνδέσεις, χωρίς κυρίως να νοιάζεται για την τυπική κατηγοριοποίηση του κειμένου της σε ένα και μόνον είδος. Μια ιστορία σε κεφάλαια ζωής – αδιάφορο αν ακουμπούν στην αλήθεια ή αν την περιγελούν με μυθοπλαστικές παρεμβάσεις. Ας είμαστε, ωστόσο, ειλικρινείς. Το δύσκολο σημείο είναι να δεχθούμε τις αλήθειες και όχι τους μύθους της ζωής μας. Και αυτό, νομίζω, πως κάνει με το βιβλίο αυτό. Είναι η γραφή ψυχοθεραπευτική; Ναι, κατά μια έννοια αυτό ισχύει. Το ίδιο όμως  είναι και η ανάγνωση· εκεί που καταργούνται τα στεγανά ανάμεσα στον συγγραφέα και τον αναγνώστη, εκεί που όλο και περισσότερο θέλεις να βάλεις το πρώτο ρηματικό πρόσωπο εσύ ο αναγνώστης και να πάρεις τα ηνία της αφήγησης. Οι καλές γραφές το έχουν αυτό ως ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα στοιχεία τους.

Διώνη Δημητριάδου


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου