Δίπλα στο ποτάμι
διηγήματα
Βαγγέλης
Δημητριάδης
εκδόσεις Σμίλη
η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal
στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ
ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ | Με την τέχνη του ευσύνοπτου λόγου • Fractal
Με την τέχνη του
ευσύνοπτου λόγου
Όσο μας συναρπάζει η μεγάλη
αφήγηση, δηλαδή το μυθιστόρημα, με το άπλωμα της πλοκής μέσα στο βάθος του
χρόνου, με τους ήρωες να δοκιμάζουν τις αντοχές τους μέσα στην απαραίτητη
περιπέτεια, άλλο τόσο μας προσελκύει η μικρή φόρμα με τις δικές της απαιτήσεις·
ένα είδος, προσφιλές σε πολλούς (κυρίως στη
πρώτη τους εμφάνιση στη γραφή), όχι όμως πάντοτε με την προσδοκώμενη
επιτυχία. Γι’ αυτό τον λόγο, αξίζει να δώσουμε την προσοχή μας σε όσους
επιχειρούν και κατορθώνουν, μέσα σε μικρό αφηγηματικό «σώμα», να προλάβουν να
δώσουν το πρόσωπο, το πλαίσιο της σύντομης δράσης, να κερδίσουν στον λιγοστό
χρόνο της ανάγνωσης τον αποδέκτη της γραφής τους.
Ξεχωριστή, πράγματι, η περίπτωση του Βαγγέλη Δημητριάδη –γνωστού ήδη από το περιοδικό Απόπλους, τις ποιητικές του συλλογές, την ενασχόλησή του με την τοπική ιστορία της Σάμου αλλά και τις μελέτες του για την εκπαίδευση– που δοκιμάζει τώρα την τέχνη και την τεχνική της μικρής φόρμας, προσφέροντας μια συλλογή από σαράντα ένα διηγήματα. Και το αξιοσημείωτο εδώ δεν είναι μόνο ότι πληροί τις προϋποθέσεις του απαιτητικού αυτού είδους, αλλά ότι ήδη διαμορφώνει ένα προσωπικό ύφος που διατρέχει όλα τα διηγήματα. Σαρκαστική η διάθεση συχνά, με την άμεση ή έμμεση ειρωνεία, αποκαλύπτει πτυχές της προσωπικότητας των ηρώων, ανιχνεύει τι τους κάνει ξεχωριστούς, άρα και άξιους μνείας. Αγαπητή στον συγγραφέα η ανατροπή στη ροή της αφήγησης, κάτι που ευκολότερα μπορεί να γίνει στη μεγάλη αφήγηση, δύσκολα όμως επιτυγχάνεται μέσα σε λίγες σελίδες ή ακόμα και σε λίγες μόλις αράδες, όπως εδώ με άριστο τρόπο. Ταυτόχρονα, η οξεία παρατηρητικότητα οδηγεί σε άριστη χρήση της περιγραφής (συχνά παραγκωνισμένης στη σύγχρονη διηγηματογραφία χάριν της πιο ελκυστικής αφήγησης), αλλά και στην εικονοποιία, με την ερημιά του τοπίου (σε πόλη και ύπαιθρο) να κυριαρχεί, με τον υπέροχα ελλειπτικό λόγο (τόσο πλήρη ωστόσο) να δημιουργεί την αίσθηση της ισορροπίας ανάμεσα στο ρεαλιστικά υπαρκτό και στο επινοημένο μη ορατό που προκύπτει από τις απολήξεις της αφήγησης· είναι αυτό που, κυρίως, προσλαμβάνει η ανάγνωση, καταξιώνοντας μια άριστη συγγραφική ικανότητα.
Ενδιαφέρον έχουν και οι
ήρωες του Δημητριάδη, καθώς έχουν επιλεγεί από τις παρυφές του κοινωνικού
σώματος. Άνθρωποι που, ηθελημένα ή όχι, έχουν αποκοπεί από τους «υγιείς και
αμόλυντους» άλλους, και προσπαθούν να επιβιώσουν, αποδεικνύοντας πως στην ουσία
άρρωστο είναι το περιβάλλον που ασφυκτικά τους περικλείει, τους διαμορφώνει
κατά το δοκούν, τους αφήνει μικρά (ή και καθόλου) περιθώρια να δείξουν την αξία
τους. Η ενασχόληση με αυτό το ιδιαίτερης αξίας «περιθώριο» της σύγχρονης ζωής,
επιτρέπει τη συγγραφική διείσδυση σε έναν χώρο που είθισται να στοχεύει στα
πολύ ακραία δείγματα αποστασιοποίησης από τη ροή της ζωής, λησμονώντας πως η
μοναχικότητα μπορεί να δηλώνει την παρουσία της δίπλα μας, κοντά μας. Έχοντας
τόσο συνηθίσει τη μοναξιά (ακόμη και σε πολυσύχναστους χώρους) της σύγχρονης
ζωής, ίσως δεν κατανοούμε πως λίγη απόσταση χωρίζει τον μόνο από τον μοναχικό.
Μένω σε κάποια από τα πολύ μικρά διηγήματα, για την αρτιότητά τους, παρά το μικρό τους μέγεθος. Αρχικά στο «Μια νύχτα μαζί της», για τη μείξη της πραγματικότητας και του ονείρου, κυρίως για την ταύτισή τους στη συνείδηση του ήρωα.
[…] Νωρίς το πρωί ξύπνησε με την ομίχλη της μυρουδιάς της επάνω του, ας ήταν μόνος. Ντύθηκε χαρούμενος και βγήκε στο δρόμο σφυρίζοντας ένα ματζόρε σκοπό. Καιρό είχε να περάσει μια τόσο όμορφη νύχτα μαζί της. (σ. 45).
Στο διήγημα «Γερασμένα παιδιά», μέσα από μια γλώσσα ποιητική, μιλά για τα παιδιά των προσφύγων με τις πέτρες στα μάτια για μάτια, που μεγέθυναν τα μικροσκοπικά ζωύφια χιλιάδες φορές, μόνο που:
[…] Ήταν θέαμα αποκρουστικό, είδηση έσχατης απελπισίας, να χάνονται παιδιά, γιατί με πέτρινα μάτια δεν πρόλαβαν να μικρύνουν τα ζώα κι εκείνα τα κατασπάραζαν, ευτυχώς χωρίς να χυθεί αίμα σταγόνα, γιατί τα παιδιά περπατούσαν ανάλαφρα στους αγρούς χωρία αίμα. (σ. 87).
Τέλος, ο Θράσος, στο ομώνυμο διήγημα («Ο Θράσος»), σε μια άφευκτη αντιστροφή των ρόλων:
[…] Εκεί που τον
αγνάντευες στις ξόβεργες, από ράχη σε κλαδί κι από κλαδί σε ράχη, να κυνηγάει
φλώρια και καρδερίνες για το μουσικό κλουβί του, σέρνεται σκαλί σκαλί στο φτωχικό του σπίτι από την ξόβεργα του χάρου να
γλιτώσει. (σ. 127).
Κι ένα σχόλιο για την εικόνα
του εξωφύλλου (έργο της Δάφνης Αγγελίδου). Λιτή εικόνα απηχεί τη μοναξιά, με τα
δύο πρόσωπα χαμένα στην ώχρα του τοπίου και στο σκοτεινό του ουρανού.
«Σκοτεινές» και οι ιστορίες του Δημητριάδη, αποτυπώνουν τη σύγχρονη εποχή, όπως
γράφει και στο οπισθόφυλλο: «ιδωμένη από τη σκοτεινή της πλευρά η οποία,
ωστόσο, δεν απέχει καθόλου από τη σκληρή πραγματικότητα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου