Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2019

Ήταν το Χιρμπέτ Χιζέ νουβέλα S. Yizhar μετάφραση: Ίων Βασιλειάδης εκδόσεις Μελάνι η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal http://fractalart.gr/hirbet-hiza/


Ήταν το Χιρμπέτ Χιζέ

νουβέλα

S. Yizhar

μετάφραση: Ίων Βασιλειάδης

εκδόσεις Μελάνι
η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal 
http://fractalart.gr/hirbet-hiza/





υπόθεση συνείδησης

Ένιωθα άρρωστος. Γιατί είχα αυτή την αίσθηση ότι κατηγορούμαι για κάποιο έγκλημα; Και γιατί με πίεζε η ανάγκη να αρχίσω να ψάχνω για δικαιολογίες;
Ο αφηγητής της ιστορίας είναι ένας στρατιώτης σε αποστολή καταστροφής ενός παλαιστινιακού χωριού κάποια στιγμή κατά τον πρώτο αραβοϊσραηλινό πόλεμο. Με όχημα τη δική του αφήγηση ο S. Yizhar θα εμπλουτίσει την παγκόσμια λογοτεχνία με μια ιστορία-διαμάντι αντιπολεμικής συνείδησης. Σε ένα χωριό που θα μπορούσε να είναι πραγματικό ή όχι, που το όνομά του θα μπορούσε να είναι  Χιρμπέτ Χιζέ ή όχι, αυτός ο στρατιώτης, η μονάδα μέσα στην ομάδα, θα ήθελε πολύ να διαφοροποιηθεί. Μια συμβολική στα σημεία της αφήγηση, που της επιτρέπει να λειτουργεί σε κάθε ανάλογη περίπτωση, όπου γης, για όποιο λαό, για όποιο πόλεμο. Κι αυτή ακριβώς είναι η αξία της ιστορίας του S. Yizhar. Δεν αφορά μόνον τους Εβραίους ούτε τη συγκεκριμένη διαμάχη. Αφορά τον καθένα που μέσα από τα παρακάτω τέσσερα σημεία αναφοράς μπορεί να δει τη δική του περίπτωση αλλά και να ασκήσει δύσκολο έλεγχο στη συνείδησή του:
1. Αρχικά ο στρατιώτης που (χωρίς καλά καλά να καταλαβαίνει το πώς) έρχεται στη θέση του αντιπάλου, νιώθει την αγωνία του καταδιωκόμενου, βλέπει την καταστροφή του κόσμου του. Και απορεί για τη δική του συμμετοχή, ανιχνεύει σταδιακά το μερίδιό του στο έγκλημα. Αντιλαμβάνεται τη ροή του χρόνου, τις εναλλαγές της ιστορίας, την αντιστροφή των ρόλων.  Ένα σχόλιο καυστικό για τη συγκεκριμένη αραβοϊσραηλινή διαμάχη, που καλά κρατεί από τότε και ως σήμερα· ένα ακόμη πιο εύστοχο σχόλιο για όσα χωρίζουν τους λαούς και τους ωθούν σε καταστρεπτικούς (ίσως και αναίτιους) πολέμους. Κι εκεί, μέσα στη δίνη των γεγονότων, που δεν σου αφήνουν περιθώρια για νηφάλια σκέψη, ξεπηδά το ερώτημα του μοναχικού (και μοναδικού;) στρατιώτη, που αποκτά αιφνιδίως συνείδηση του ποιος είναι και του τι καλείται να πράξει. Η σκέψη πως η μοίρα, που καθόρισε την περιπλάνηση του λαού του, τώρα στοχεύει τον αντίπαλο με εργαλείο τον ίδιο, τον συγκλονίζει:
Κάτι με χτύπησε σαν κεραυνός. Μεμιάς τα πάντα απέκτησαν διαφορετικό νόημα: εξορία. Αυτό ήταν εξορία. Αυτή ήταν η εξορία. Έτσι ήταν η εξορία.
2. Η ανία και η πλήξη των στρατιωτών σε αναμονή της επιχείρησης δεν εκπλήσσει φυσικά.
Κανείς δεν ξέρει να περιμένει όπως ξέρουν οι στρατιώτες. […] Υπάρχει η ανελέητα μακρά αναμονή, η εκνευριστικά ανήσυχη αναμονή, υπάρχει ακόμη και η πληκτική αναμονή που κατατρώει και καίει τα πάντα, χωρίς φωτιά ούτε καπνό ούτε σκοπό ούτε τίποτα.
Τι υποκρύπτει, ωστόσο, μέσα της; Η μετάλλαξη του ανθρώπου σε πιόνι που μόνο πειθαρχεί και δεν γνωρίζει, μόνον υπακούει και δεν ρωτά. Κι έπειτα η αδιαφορία για τον πόνο του άλλου, του αντιπάλου, η θωράκιση πίσω από το «εθνικό» δίκιο που όλα τα υπερβαίνει και όλα τα καταργεί. Κι ακόμη η ενδυνάμωση από την αδυναμία αντίστασης του αντιπάλου. Όλα αυτά εφαρμόζουν σε κάθε περίπτωση, λειτουργώντας διαχρονικά και καταπνίγοντας κάθε ανησυχία, κάθε αμφιβολία για την ορθότητα του πρακτέου.
3. Η γυναίκα που εγκαταλείπει το κατεστραμμένο χωριό της, το αφανισμένο σπίτι της ξέροντας πως ο μόνος δρόμος είναι προς τα εμπρός, ακόμη κι αν δεν οδηγεί πουθενά, δεν έχει καμία σημασία σε ποια εθνότητα ανήκει, σε ποιο σημείο του κόσμου έχει χτίσει τον δικό της μικρόκοσμο, ούτε και έχει απολύτως καμία σημασία σε ποιο εθνικό δίκιο το έχει θεμελιώσει. Η ανάγκη να ανήκεις κάπου, να υπερασπίζεσαι όσα έχεις δημιουργήσει, υπερβαίνει τις πολιτικές μικρότητες και τους σχεδιασμούς αφανισμού των λαών που οργανώνονται επί χάρτου, υποστηρίζονται από σαθρά ιδεολογήματα και εφαρμόζονται στα πεδία των μαχών.
Είχε συνειδητοποιήσει ξαφνικά, έτσι φαινόταν, ότι το θέμα δεν ήταν πια να καθίσει κάτω από τη συκιά για να ακούσει τι ήθελαν οι Εβραίοι και ύστερα να γυρίσει σπίτι της, αλλά το ότι το σπίτι και ο κόσμος της είχαν τελειώσει οριστικά και όλα είχαν σκοτεινιάσει και διαλυθεί. Ξαφνικά είχε συλλάβει κάτι αδιανόητο, τρομερό, απίστευτο, που ήταν ακριβώς μπροστά της, πραγματικό και σκληρό, ότι δεν υπήρχε περίπτωση επιστροφής.
4. Τέλος η ανάγκη του συγγραφέα να μιλήσει για όσα φέρει μέσα του ως μέλος μιας ευρύτερης κοινότητας, για όσα ίσως και άλλοι σκέφτονται και δεν μιλούν γι’ αυτά ή αντιθέτως καλύπτονται κάτω από τον εθνικό μανδύα και οχυρώνονται μέσα στα τείχη της επίσημης εκδοχής της ιστορίας τους. Πού βρίσκεται, όμως, το δίκιο; Ποια η αλήθεια; Η λογοτεχνία εδώ τολμά να παρέμβει και να ενώσει, εκεί που η πολιτική μόνο διχαστικά λειτουργεί. Αποκαλύπτει την ανθρώπινη διάσταση των συνθηκών που διχάζουν, καταγράφει την αντίδραση του ενός μέσα στο σύνολο, και έχει το σθένος να το διακηρύξει αυτό μέσα στην αδιαλλαξία των πολλών. Μια τέτοια λογοτεχνία υπηρετεί ο ισραηλινός S. Yizhar. Τα λόγια με τα οποία ξεκινά το βιβλίο του ανήκουν στον αφηγητή της ιστορίας, αφορούν όμως τη συνείδηση του συγγραφέα:
Είναι αλήθεια ότι όλα αυτά συνέβησαν πριν πολύ καιρό, κι όμως από τότε με κυνηγάνε. Είπα να τα πνίξω στη δίνη του χρόνου που περνά, να μειώσω την αξία τους, να αμβλύνω την αιχμηρότητά τους […] Όμως καμιά φορά έτρεμα και πάλι, κατάπληκτος για το πόσο εύκολο ήταν να πλανευτώ, να ξεστρατίσω συνειδητά και να ενωθώ με τη μεγάλη μάζα των ψευτών –αυτήν τη μάζα που αποτελείται από αβυσσαλέα άγνοια, ωφελιμιστική αδιαφορία και αδιάντροπη ιδιοτέλεια– και να ανταλλάξω τη μία και μοναδική αλήθεια με την κυνική αδιαφορία του πωρωμένου αμαρτωλού.
Η  νουβέλα του S. Yizhar αριθμεί (στην έξοχη απόδοση στα ελληνικά από τον Ίωνα Βασιλειάδη) μόλις 100 σελίδες. Χρειάζονται άραγε περισσότερες για να αποδοθεί μια συγκλονιστική αλήθεια; Ο τίτλος «Ήταν το Χιρμπέτ Χιζέ» την εμπεριέχει αυτούσια. Ο παρελθοντικός χρόνος του ρήματος καταργεί κάθε ψευδαίσθηση. Όταν οι στοιχειώδεις αξίες καταρρακώνονται, τότε ο πολιτισμός υποχωρεί, ο άνθρωπος ισοπεδώνεται. Και τότε δεν αρκεί μια μοναχική φωνή να καταγγείλει ή έστω να προβληματίσει για την ορθότητα των επιλογών. Το τέλος είναι προδιαγεγραμμένο. Σ’ αυτό το ζοφερό τοπίο έρχεται η λογοτεχνία να βάλει το δικό της λιθαράκι σε μία δυνητική ανοικοδόμηση. Γι’ αυτό και η νουβέλα του S. Yizhar έχει ξεχωριστή αξία. Καθυστερημένα (η ιστορία είχε κυκλοφορήσει το 1949 στα εβραϊκά) αλλά ευτυχώς εντέλει εκδόθηκε και στην Ελλάδα με πρωτοβουλία των εκδόσεων Μελάνι.



Διώνη Δημητριάδου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου